Η BP προχώρησε σε συμφωνία για την πώληση του 65% της δραστηριότητας λιπαντικών Castrol, έναντι 6 δισ. δολαρίων, μεταβιβάζοντας το πλειοψηφικό πακέτο στο επενδυτικό fund Stonepeak. Η συναλλαγή αποτιμά τη Castrol συνολικά στα 10,1 δισ. δολάρια και έρχεται λίγους μήνες μετά την απόφαση της BP να αναζητήσει αγοραστή για τη συγκεκριμένη μονάδα.
Η πώληση εντάσσεται στο ευρύτερο σχέδιο στρατηγικής επαναφοράς του ομίλου, που περιλαμβάνει αναθεώρηση της πράσινης στρατηγικής, απλοποίηση της δομής και αποεπενδύσεις ύψους 20 δισ. δολαρίων έως το τέλος του 2027. Σύμφωνα με την BP, με τη συμφωνία της Castrol έχει ήδη ολοκληρωθεί ή ανακοινωθεί πάνω από το 50% του συνολικού προγράμματος αποεπενδύσεων. «Με τη συναλλαγή αυτή έχουμε πλέον καλύψει πάνω από το μισό του στόχου των 20 δισ. δολαρίων, με τα έσοδα να ενισχύουν σημαντικά τον ισολογισμό της BP», ανέφερε σε δήλωσή της η μεταβατική διευθύνουσα σύμβουλος, Carol Howle. Όπως σημείωσε, η πώληση αποτελεί «σημαντικό ορόσημο» στην υλοποίηση της νέας στρατηγικής, με έμφαση στη μείωση της πολυπλοκότητας και στη συγκέντρωση των δραστηριοτήτων downstream στους πιο ισχυρούς και ολοκληρωμένους τομείς.
Η BP διατηρεί το υπόλοιπο 35% της Castrol, με δικαίωμα πώλησης μετά από περίοδο δύο ετών (lock-up). Για τη μονάδα λιπαντικών της BP είχαν εκδηλώσει ενδιαφέρον ενεργειακοί κολοσσοί και επενδυτικά σχήματα, μεταξύ των οποίων η Reliance Industries, η Saudi Aramco, καθώς και private equity οίκοι όπως η Apollo Global Management και η Lone Star Funds, σύμφωνα με πληροφορίες του Bloomberg.
Η συμφωνία ανακοινώνεται λίγες ημέρες μετά την απόφαση της BP να προχωρήσει σε αλλαγή διευθύνοντος συμβούλου, την τέταρτη μέσα σε έξι χρόνια. Από την 1η Απριλίου, τα ηνία αναλαμβάνει η Meg O’Neill, προερχόμενη από τη Woodside Energy, αντικαθιστώντας τον Murray Auchincloss, η θητεία του οποίου διήρκεσε λιγότερο από δύο χρόνια.
Αναλυτές επισημαίνουν ότι η αλλαγή διοίκησης ενδέχεται να αποτελέσει κρίσιμο βήμα για την ανάκαμψη του ομίλου. Όπως δήλωσε ο στρατηγικός σύμβουλος της Alvine Capital, Stephen Isaacs, η BP υπήρξε «πολύ αδύναμος παίκτης για μεγάλο χρονικό διάστημα», ωστόσο η νέα ηγεσία θα μπορούσε να είναι «το τελευταίο κομμάτι του παζλ» για την αναστροφή της πορείας.
Η BP έχει υποαποδώσει έναντι των ανταγωνιστών της τα τελευταία χρόνια, καταγράφοντας πτώση ετήσιων κερδών τόσο το 2023 όσο και το 2024. Την Τετάρτη, η μετοχή άνοιξε με άνοδο 1,3%, περιορίζοντας στη συνέχεια τα κέρδη της στο 0,9%. Σε ετήσια βάση, η μετοχή ενισχύεται περίπου 9% το 2025, μετά από πτώση 15,7% το 2024. Οι πιέσεις στη μετοχή φαίνεται να αποκλιμακώνονται φέτος, καθώς ο όμιλος προχωρά σε αναδιάρθρωση, πρόγραμμα μείωσης κόστους και αξιοποίηση νέων πετρελαϊκών ανακαλύψεων, επιχειρώντας να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών.