Η παγκόσμια αγορά βρίσκεται σε μια επικίνδυνη κατάσταση: η Wall Street ανησυχεί καθώς οι αποτιμήσεις των τεχνολογικών εταιρειών φτάνουν σε επίπεδα που θυμίζουν το 2000. Οι επενδυτές προετοιμάζονται για μια «καταιγίδα» οικονομικών δεδομένων μετά από 40 ημέρες σιωπής λόγω του shutdown, ενώ το δολάριο, το απόλυτο σύμβολο ασφάλειας, χάνει έδαφος τη στιγμή που θα έπρεπε να ενισχύεται. Αυτή η εύθραυστη ισορροπία, από την οποία εξαρτάται ολόκληρη η παγκόσμια οικονομία, δοκιμάζει τις αντοχές μιας αγοράς που όλοι προειδοποιούσαν ότι είναι υπερβολικά «τεντωμένη».

Από τραπεζίτες έως το ΔΝΤ, σχεδόν όλοι έχουν προειδοποιήσει για τις «ουρανομήκεις» αποτιμήσεις των αμερικανικών τεχνολογικών κολοσσών. Η αυτοπεποίθηση ότι οι δαπάνες για Τεχνητή Νοημοσύνη θα μετατραπούν σύντομα σε κέρδη έχει εκτοξεύσει τον κυκλικά προσαρμοσμένο δείκτη P/E του S&P 500 σε επίπεδα που παραπέμπουν στη φούσκα των dotcom. Ωστόσο, οι απαιτήσεις της αγοράς είναι εξωπραγματικές. Για να επιτευχθεί απόδοση 10% από τις επενδύσεις AI μέχρι το 2030, οι εταιρείες θα χρειαστούν 650 δισ. δολάρια ετήσια έσοδα από AI — κάτι που ισοδυναμεί με 400 δολάρια από κάθε χρήστη iPhone ετησίως, σύμφωνα με την JPMorgan. Μέχρι τώρα, καμία τεχνολογική επανάσταση δεν ξεκίνησε έτσι: πάντα υπερεκτιμήθηκαν τα βραχυπρόθεσμα κέρδη και υποτιμήθηκε η μακροπρόθεσμη επίδραση.

Η Wall Street «ξεφουσκώνει»: η χειρότερη ημέρα σε έναν μήνα. Η συμφωνία για την λήξη του ιστορικά μακρύτερου shutdown έφερε αρχικά ανακούφιση, αλλά η ευφορία κράτησε ελάχιστα. Ο Dow έκλεισε πάνω από τις 48.000 μονάδες για πρώτη φορά, αλλά την επόμενη ημέρα, οι δείκτες κατέρρευσαν: S&P 500: -1,7%, Dow Jones: -1,7% (798 μονάδες), Nasdaq: -2,3%, Russell 2000: -2,8%, Bitcoin: κάτω από τα 100.000 δολάρια, χαμηλότερο 6μήνου. Η αγορά δεν «αντέδρασε» απλώς: τιμώρησε τις τεχνολογικές μετοχές σε όλο το εύρος, με εταιρείες όπως η Nvidia, η Oracle, η Tesla και η CoreWeave να σημειώνουν πτώση από -3% έως -8%.

Η «καταιγίδα των δεδομένων» τρομάζει τους επενδυτές. Για 40 ημέρες οι αγορές ήταν χωρίς τα βασικά οικονομικά στοιχεία των ΗΠΑ. Τώρα έρχονται όλα μαζί: καθυστερημένες ανακοινώσεις απασχόλησης, στοιχεία πληθωρισμού, αναθεωρήσεις παραγωγικότητας, λιανικές πωλήσεις, PMI. Αυτή η πλημμύρα δεδομένων μπορεί να τσακίσει την ορατότητα των επενδυτών και να αλλάξει τις προσδοκίες για τη Fed — ίσως και σε μία ημέρα. Ήδη οι πιθανότητες για μείωση επιτοκίων τον Δεκέμβριο έπεσαν στο 50%, από 70% μόλις πριν μία εβδομάδα.

Ο Mark Malek της Siebert Financial περιγράφει την κατάσταση: «Οι επενδυτές δεν εγκαταλείπουν τις μετοχές, αλλά εγκαταλείπουν τις ακριβές μετοχές». Η μαζική αναδίπλωση των bullish θέσεων στην τεχνολογία δημιούργησε πίεση τόσο σε μετοχές όσο και σε κρυπτονομίσματα. Το δολάριο χάνει την αίγλη του — και αυτό είναι ανησυχητικό. Αντί να καταφύγουν στο δολάριο κατά τη διάρκεια της αναταραχής, οι επενδυτές στράφηκαν σε ευρώ, ελβετικό φράγκο και χρυσό. Ακόμη και το carry trade ενισχύθηκε, κάτι που συνήθως δεν συνδέεται με κλίμα φόβου. Αυτό είναι πρόβλημα, διότι το δολάριο είναι το «μαξιλάρι» για τον κόσμο. Αν αδυνατίζει ενώ ο κίνδυνος αυξάνεται, τότε κάτι βαθύτερο αλλάζει. Με 18 τρισ. δολάρια ξένες τοποθετήσεις σε αμερικανικές μετοχές, η αποστροφή ρίσκου μπορεί να προκαλέσει παγκόσμιο σοκ.

Οι Αμερικανικές οικογένειες έχουν σήμερα το 21% του πλούτου τους σε μετοχές, πολύ περισσότερο από το 2000, και σχεδόν τη μισή αύξηση πλούτου του 2025 προέρχεται από AI assets. Ένα crash παρόμοιο με το dotcom θα μείωνε την καθαρή αξία των νοικοκυριών κατά 8% — αρκετό για να κόψει την κατανάλωση κατά 1,6% του ΑΕΠ, δηλαδή να σπρώξει την οικονομία σε ύφεση. Και η αγορά εργασίας ήδη δείχνει προβλήματα.

Παρά τον αυξανόμενο φόβο για μια απότομη διόρθωση στις αγορές, οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν σε κάτι κρίσιμο: ακόμη κι αν η Wall Street «σκάσει», το σοκ δεν θα μοιάζει με το 2008. Όχι επειδή οι αγορές είναι πιο υγιείς, αλλά επειδή η φύση του κινδύνου είναι διαφορετική. Η κρίση του 2008 ήταν προϊόν υπερβολικής μόχλευσης, δομημένων χρηματοοικονομικών προϊόντων που ελάχιστοι καταλάβαιναν, αδιαφάνειας στον τραπεζικό κλάδο και μιας αγοράς στεγαστικών δανείων που είχε μετατραπεί σε ωρολογιακή βόμβα. Σήμερα, η εικόνα είναι πολύ διαφορετική.

Η φρενίτιδα της AI χρηματοδοτείται κυρίως μετοχικά, όχι με χρέος. Το μεγαλύτερο μέρος του επενδυτικού «πυρετού» γύρω από την Τεχνητή Νοημοσύνη χρηματοδοτείται κυρίως από equity, όχι από δανεισμό. Οι εταιρείες χρηματοδοτούν AI projects κυρίως με τα δικά τους κεφάλαια. Οι υψηλές αποτιμήσεις αντανακλούν προσδοκίες — όχι μόχλευση. Δεν υπάρχει «ενσωματωμένος» συστημικός κίνδυνος στις τράπεζες ανάλογος του 2007-08. Μια διόρθωση στις τεχνολογικές μετοχές θα κόψει πλούτο, αλλά δεν θα τινάξει στον αέρα το χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Οι οικονομίες έχουν αποδείξει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα σε κρίσεις. Την τελευταία δεκαετία, η παγκόσμια οικονομία πέρασε διαδοχικά σοκ: πανδημία, ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη, πληθωριστική έκρηξη, επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων, εμπορικούς πολέμους. Κι όμως, η ανάπτυξη δεν κατέρρευσε. Οι οικονομίες —ιδίως η αμερικανική— έδειξαν ότι μπορούν να απορροφήσουν αλλεπάλληλα πλήγματα χωρίς να περάσουν σε βαθιά ύφεση. Αυτό δεν εξαλείφει τον κίνδυνο μιας νέας κρίσης, αλλά υποδηλώνει πως το σύστημα είναι πολύ πιο ανθεκτικό απ’ ό,τι πριν από 15 χρόνια.

Η αγορά κατοικίας δεν βρίσκεται σε φάση “φούσκας” όπως το 2007. Σήμερα, τα πρότυπα δανειοδότησης είναι πολύ αυστηρότερα, η πλειονότητα των αμερικανικών στεγαστικών δανείων έχει σταθερό επιτόκιο, και οι τράπεζες δεν τιτλοποιούν μαζικά επισφαλή δάνεια. Ακόμη και αν η Wall Street υποχωρήσει, η πτώση στην αγορά κατοικίας θα είναι περιορισμένη. Δεν υπάρχει «μόλυνση» στο σύστημα δανεισμού.

Οι τράπεζες είναι πολύ πιο κεφαλαιοποιημένες. Μετά το 2008, οι κανονιστικές αρχές σε ΗΠΑ και Ευρώπη αύξησαν δραστικά τις απαιτήσεις κεφαλαίων, τις stress tests και την εποπτεία. Τα Tier 1 capital ratios είναι σημαντικά υψηλότερα, τα χαρτοφυλάκια έχουν απλουστευθεί και οι τράπεζες έχουν λιγότερη μόχλευση, λιγότερη έκθεση σε σύνθετα παράγωγα και μεγαλύτερη ρευστότητα. Μπορούν να απορροφήσουν κραδασμούς που το 2008 θα τις κατέρρεαν.