Το Χρηματιστήριο Αθηνών φαίνεται να βρίσκεται σε περίοδο αναδιάταξης δυνάμεων, καθώς οι υψηλές αποδόσεις του 2025, σε συνδυασμό με τις διαδοχικές επιχειρηματικές συμφωνίες, το σταθερό μακροοικονομικό πλαίσιο και το εξωτερικό περιβάλλον, διευκολύνουν τις συναλλαγές των επενδυτών. Έτσι, δεν είναι τυχαίο ότι αρκετά «πορτοφόλια» από το εξωτερικό, που στήριξαν την εγχώρια κεφαλαιαγορά το προηγούμενο διάστημα, επιλέγουν να αναδιαρθρώσουν μερικώς τα χαρτοφυλάκιά τους στην Ελλάδα, «κλειδώνοντας» ένα ποσοστό των κεκτημένων τους.

Ωστόσο, η αποχώρηση αυτών των επενδυτών, αν και δημιουργεί μεταβλητότητα και νευρικότητα, όπως αποτυπώνεται στις τελευταίες συνεδριάσεις, δεν προκαλεί μεγάλες απώλειες, καθώς υπάρχουν αρκετοί πρόθυμοι αγοραστές, κυρίως από την εγχώρια επενδυτική κοινότητα. Αυτοί είναι κυρίως θεσμικοί επενδυτές, οι οποίοι, αν και έχασαν το πρόσφατο ράλι, επιθυμούν να εκμεταλλευτούν κάθε πιθανή διορθωτική κίνηση, ποντάροντας σε μια νέα άνοδο της ελληνικής αγοράς. Το μεσο-μακροπρόθεσμο περιβάλλον παραμένει υποστηρικτικό για ένα τέτοιο στοίχημα.

Κεντρικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία έχουν οι ξένοι επενδυτές, οι οποίοι συνιστούν τον βασικό πρωταγωνιστή της συνολικής κεφαλαιοποίησης, κατέχοντας μερίδιο άνω του 69%. Από τον Ιούνιο, οι αλλοδαποί επενδυτές είναι σταθερά πωλητές στο ελληνικό χρηματιστήριο, με συνολικές εκροές άνω των 353 εκατ. ευρώ σε πέντε μήνες. Παρά τις εκροές, το πρόσημο από την αρχή του έτους παραμένει θετικό, με τις εισροές να ξεπερνούν τα 105 εκατ. ευρώ.

Αναφορικά με τις εθνικότητες των πωλητών, οι μεγαλύτεροι πωλητές είναι οι Βρετανοί, οι Τσέχοι, οι Γάλλοι, οι Γερμανοί, οι Ιρλανδοί και οι Ελβετοί. Πολλές φορές, πίσω από αυτές τις εκροές κρύβονται αμερικανικά funds που χρησιμοποιούν θυγατρικές σε διάφορες χώρες. Ενώ οι ξένοι παραμένουν πωλητές, οι Έλληνες επενδυτές συνεχίζουν να αγοράζουν, επωφελούμενοι από τις «made in GR» εισροές. Οι μεγάλες αποδόσεις του Γενικού Δείκτη και το θετικό μακροοικονομικό κλίμα φαίνεται να έχουν αφυπνίσει την εγχώρια επενδυτική κοινότητα, η οποία δείχνει διάθεση να αυξήσει την επιρροή της στην αγορά.

Ωστόσο, παρά τις εισροές, το συνολικό πρόσημο για το 2025 παραμένει αρνητικό, με τις ελληνικές εκροές να φθάνουν τα 105 εκατ. ευρώ. Σημαντικό ρόλο στις παραπάνω τάσεις παίζει η δρομολογούμενη μετάταξη του Χρηματιστηρίου από τις Αναδυόμενες στις Αναπτυγμένες Αγορές. Τα funds που είχαν επενδύσει στην Ελλάδα, λόγω των αναδυόμενων χαρακτηριστικών, έχουν ήδη αρχίσει να αποχωρούν, γεγονός που προκαλεί νευρικότητα στον Γενικό Δείκτη. Οι εκροές από τη μετάταξη υπολογίζονται σε 112 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με την πρόβλεψη της JP Morgan.

Αξιοσημείωτο είναι ότι η αναβάθμιση στις Αναπτυγμένες Αγορές μπορεί να προσελκύσει funds με καλύτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά, προσφέροντας αυξημένο βάθος και δυναμική στις ελληνικές μετοχές. Ωστόσο, αυτή η συζήτηση αφορά κυρίως τα επόμενα χρόνια, μετά το 2026. Το ρευστό και μεταβαλλόμενο περιβάλλον ενισχύεται από τις πρόσφατες εξελίξεις γύρω από τον MSCI και τη δημόσια πρόταση της Euronext για την απόκτηση της ΕΧΑΕ, η οποία θεωρείται κρίσιμης σημασίας για το μέλλον του Χρηματιστηρίου.

Τέλος, πρέπει να ληφθούν υπόψη και δύο παράγοντες που σχετίζονται με το διεθνές περιβάλλον: η τάση επιστροφής επενδυτικών κεφαλαίων στα αμερικανικά assets και οι ανησυχίες για τις υπερβολικές αποτιμήσεις σε πολλές μετοχές, ιδιαίτερα στους πιο «καυτούς» κλάδους της οικονομίας, όπως η τεχνολογία και η ΑΙ. Αυτές οι τάσεις, αν και δεν έχουν άμεση συσχέτιση με την Αθήνα, επηρεάζουν έμμεσα το Χρηματιστήριο μέσω της ψυχολογίας του διεθνοποιημένου κεφαλαίου.