Η Σάντα Φε γίνεται η πρώτη πόλη στις ΗΠΑ που αλλάζει ριζικά τον τρόπο υπολογισμού του κατώτατου μισθού, ενσωματώνοντας για πρώτη φορά όχι μόνο τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (CPI), αλλά και το κόστος στέγασης. Ο κατώτατος μισθός αυξάνεται στα 17,50 δολάρια την ώρα, ένα από τα υψηλότερα επίπεδα στη χώρα, με το Δημοτικό Συμβούλιο να στέλνει ένα σαφές μήνυμα ότι ο μισθός πρέπει να αντικατοπτρίζει το πραγματικό κόστος ζωής.

Η απόφαση εγκρίθηκε με ψήφους 5-2 από το Δημοτικό Συμβούλιο και χαρακτηρίζεται από ειδικούς ως «καινοτομία που μπορεί να αλλάξει το εθνικό παράδειγμα». Η αύξηση αφορά τον ιδιωτικό τομέα από το 2027, αλλά για τους δημοτικούς εργαζόμενους η εφαρμογή ξεκινά ήδη από τον Ιανουάριο του 2026.

Μέχρι σήμερα, ο κατώτατος μισθός στις περισσότερες πόλεις των ΗΠΑ αναπροσαρμοζόταν αποκλειστικά βάσει του δείκτη τιμών καταναλωτή (CPI). Ωστόσο, ο δείκτης αυτός δεν λαμβάνει υπόψη το μεγαλύτερο βάρος στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς: το ενοίκιο ή το κόστος στέγασης. Στη Σάντα Φε, όπου η μέση τιμή κατοικίας αγγίζει τα 600.000 δολάρια και τα ενοίκια έχουν εκτιναχθεί στα ύψη μετά την πανδημία, το χάσμα μεταξύ μισθών και στεγαστικού κόστους είχε γίνει εκρηκτικό.

Ο καθηγητής Ράιλι Γουάιτ από το University of New Mexico, ο οικονομολόγος που συμβούλευσε την πόλη για τη νέα φόρμουλα, εξηγεί ότι η Σάντα Φε είναι η πρώτη πόλη που εντάσσει τις τιμές κατοικίας στον υπολογισμό του κατώτατου μισθού, «αναγνωρίζοντας ότι ο υπολογισμός του CPI μόνο δεν αρκεί για να εξασφαλίσει αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο».

Οι εργαζόμενοι στην εστίαση, στον τουρισμό, στη λιανική και στις υπηρεσίες – το βασικό εργατικό δυναμικό της Σάντα Φε – συχνά δεν μπορούσαν να πληρώσουν το ενοίκιο της ίδιας πόλης που εξυπηρετούν. Κοινωνικές δομές, όπως οι τράπεζες τροφίμων, διαπίστωναν ότι ολοένα και περισσότεροι εργαζόμενοι χρειάζονται υποστήριξη παρά το γεγονός ότι δουλεύουν πλήρως απασχολούμενοι. Τοπικές οργανώσεις, όπως οι Somos Un Pueblo Unido και Chainbreaker Collective, χαιρέτισαν τη μεταρρύθμιση ως «καθοριστικό βήμα για δίκαιη και αξιοπρεπή εργασία».

Μέρος των τοπικών επιχειρηματιών εξέφρασε ανησυχίες για αύξηση του λειτουργικού κόστους και πιθανές πιέσεις στις μικρές επιχειρήσεις. Ο δημοτικός σύμβουλος και επιχειρηματίας Λι Γκαρσία προειδοποίησε ότι «κάθε επιχείρηση λειτουργεί διαφορετικά» και πως το μέτρο «μπορεί να επιβαρύνει αυτούς που προσπαθούμε να βοηθήσουμε». Ωστόσο, σύμφωνα με τον καθηγητή Γουάιτ, η διεθνής εμπειρία δεν δείχνει σημαντικές απώλειες θέσεων εργασίας μετά από τέτοιες αυξήσεις. Οι επιπτώσεις στις τιμές, σημειώνει, «είναι μικρές σε σχέση με τα οφέλη για τους εργαζόμενους».

Η Σάντα Φε δεν αυξάνει απλώς έναν αριθμό. Εισάγει ένα νέο τρόπο σκέψης: ότι ένας κατώτατος μισθός δεν πρέπει να εξασφαλίζει απλώς επιβίωση, αλλά πρόσβαση σε αξιοπρεπή στέγαση — το μεγαλύτερο βάρος στην καθημερινότητα των Αμερικανών εργαζομένων. Το αν η πρωτοποριακή αυτή φόρμουλα θα γίνει πρότυπο και για άλλες πόλεις, μένει να φανεί. Προς το παρόν, όμως, ανοίγει έναν δρόμο που πολλοί παρακολουθούν πολύ προσεκτικά.