Μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις επιδιώκουν να απαλλαγούν από τους ακριβότερους υπαλλήλους τους, προκειμένου να περιορίσουν το μισθολογικό τους κόστος, σύμφωνα με έρευνα της Handelsblatt. Κατά τους πρώτους εννέα μήνες του τρέχοντος έτους, οι εισηγμένες εταιρίες στον DAX δαπάνησαν περίπου 6 δισεκατομμύρια ευρώ για διαδικασίες αναδιάρθρωσης, ενώ για το 2024 οι δαπάνες αυτές ανήλθαν σε 16 δισεκατομμύρια ευρώ. Το κόστος αυτό αντικατοπτρίζεται στους ισολογισμούς, περιορίζοντας τα καθαρά κέρδη των εταιριών, με τα κεφάλαια να διοχετεύονται κυρίως σε μειώσεις προσωπικού, προγράμματα πρόωρης συνταξιοδότησης και πακέτα αποζημίωσης, πολλά εκ των οποίων φθάνουν σε εξαψήφια ποσά, όπως π.χ. στην Volkswagen και στην Mercedes.

Ενδεικτικά, ένας 50χρονος επικεφαλής υποτμήματος στην VW με μηνιαίες αποδοχές 9.000 ευρώ και 20 ή περισσότερα χρόνια εργασίας, μπορεί να λάβει περισσότερα από 400.000 ευρώ ως αποζημίωση απόλυσης. Η Mercedes έχει ανακοινώσει σχέδια εξοικονόμησης ενός δισεκατομμυρίου ευρώ έως το 2027, με περίπου 40.000 εργαζόμενους να συμμετέχουν ήδη στο πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου. Οι αποζημιώσεις είναι υψηλότερες για όσους συμφώνησαν έως τον Ιούλιο, με έναν 55χρονο επικεφαλής ομάδας να μπορεί να περιμένει αποζημίωση ύψους 500.000 ευρώ.

Η Bayer προσφέρει επίσης πακέτα αποζημίωσης με γνώμονα το «όσο νωρίτερα, τόσο περισσότερα». Ένας εργαζόμενος με 35 χρόνια στην εταιρία θα μπορούσε να λάβει 52,5 μισθούς, που με μηνιαίες αποδοχές 8.000 ευρώ ανέρχεται σε 420.000 ευρώ. Παράλληλα, οι εταιρίες προωθούν προγράμματα πρόωρης συνταξιοδότησης για όσους είναι τουλάχιστον 57 ετών και έχουν καταβάλει ασφαλιστικές εισφορές για 35 χρόνια εργασίας. Πολλές εταιρίες προτείνουν να καταβάλουν την αποζημίωση απόλυσης σε μηνιαίες δόσεις για διάστημα έξι ετών.

Στην κορυφή των δαπανών για προγράμματα μείωσης κόστους βρίσκεται η Mercedes-Benz με 1,4 δισεκατομμύριο ευρώ, ακολουθούμενη από την Volkswagen με 900 εκατομμύρια. Η Siemens και η Commerzbank δαπάνησαν περίπου 500 εκατομμύρια, ενώ η Bayer 400 εκατομμύρια. Το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών Ifo του Μονάχου επιβεβαιώνει την τάση αυτή, αναφέροντας ότι πολλές εταιρίες συνεχίζουν να μειώνουν θέσεις εργασίας λόγω της υποτονικής οικονομίας, με την αγορά εργασίας να παραμένει αδύναμη.

Στο Βαρόμετρο Απασχόλησης του Ifo, ο δείκτης μειώθηκε από 93,5 μονάδες τον Οκτώβριο σε 92,5 τον Νοέμβριο, με τις περικοπές να επηρεάζουν όλους τους κλάδους. Οι τομείς της φιλοξενίας, των τραπεζών και της τεχνολογίας πλήττονται περισσότερο, ενώ μόνο οι δικηγορικές και φοροτεχνικές εταιρίες φαίνεται να αναζητούν προσωπικό για νέες προσλήψεις.