Σχεδόν 350 δισ. δολάρια σε μετρητά απέσυρε η JPMorgan Chase από τους λογαριασμούς της στη Federal Reserve από τα τέλη του 2023, διοχετεύοντας το μεγαλύτερο μέρος τους σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα, καθώς προετοιμάζεται για τον νέο κύκλο μειώσεων επιτοκίων που απειλεί να πιέσει τα έσοδά της.
Σύμφωνα με στοιχεία της BankRegData, που επικαλούνται οι Financial Times, το υπόλοιπο της JPMorgan στη Fed μειώθηκε από 409 δισ. δολάρια στο τέλος του 2023 σε μόλις 63 δισ. δολάρια στο τρίτο τρίμηνο του 2025. Την ίδια περίοδο, οι τοποθετήσεις της τράπεζας σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα αυξήθηκαν από 231 δισ. σε 450 δισ. δολάρια, επιτρέποντάς της να «κλειδώσει» υψηλότερες αποδόσεις πριν από περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής.
Η κίνηση αυτή αποτυπώνει τη στρατηγική της μεγαλύτερης αμερικανικής τράπεζας —με ενεργητικό άνω των 4 τρισ. δολαρίων— να προσαρμοστεί στο τέλος μιας περιόδου εύκολης κερδοφορίας, κατά την οποία οι τράπεζες πληρώνονταν γενναιόδωρα για να διατηρούν ρευστότητα στη Fed, ενώ κατέβαλλαν ελάχιστους τόκους στους καταθέτες τους.
Η Federal Reserve αύξησε επιθετικά το βασικό της επιτόκιο από σχεδόν μηδενικά επίπεδα σε πάνω από 5% το 2022 και τις αρχές του 2023. Από τα τέλη του 2024, ωστόσο, έχει ξεκινήσει κύκλο μειώσεων, σηματοδοτώντας ότι θα ακολουθήσουν και άλλες. Αυτόν τον μήνα, τα επιτόκια υποχώρησαν στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων τριών ετών.
«Είναι σαφές ότι η JPMorgan μεταφέρει κεφάλαια από τη Fed στα Treasuries», δήλωσε ο Bill Moreland, ιδρυτής της BankRegData. «Τα επιτόκια πέφτουν και η τράπεζα κινείται προληπτικά». Η JPMorgan αρνήθηκε να σχολιάσει, ενώ δεν δημοσιοποιεί ούτε τη μέση διάρκεια των ομολόγων που κατέχει ούτε τον βαθμό χρήσης παραγώγων για τη διαχείριση του κινδύνου επιτοκίων.
Σε αντίθεση με ανταγωνιστές όπως η Bank of America, η JPMorgan απέφυγε να “κλειδώσει” μακροπρόθεσμο χρέος όταν τα επιτόκια ήταν εξαιρετικά χαμηλά το 2020–2021. Αυτό της επέτρεψε να αποφύγει μεγάλες λογιστικές ζημίες όταν τα επιτόκια αυξήθηκαν απότομα το 2022. Παράλληλα, η ισχυρή και «κολλητική» καταθετική της βάση τής επέτρεψε να αποκομίσει υψηλές αποδόσεις από τα μετρητά που διατηρούσε στη Fed, πληρώνοντας πολύ χαμηλότερους τόκους στους καταθέτες.
Η πρόσφατη μετακίνηση κεφαλαίων σε Treasuries ενισχύει αυτή τη στρατηγική, περιορίζοντας το πλήγμα στα κέρδη από την πτώση των επιτοκίων. Το μέγεθος των αναλήψεων της JPMorgan ήταν τόσο μεγάλο, ώστε αντιστάθμισε σχεδόν πλήρως τις κινήσεις ρευστότητας όλων των υπόλοιπων 4.000 και πλέον αμερικανικών τραπεζών. Από τα τέλη του 2023, τα συνολικά αποθεματικά των τραπεζών στη Fed μειώθηκαν από 1,9 τρισ. σε περίπου 1,6 τρισ. δολάρια.
Οι τράπεζες λαμβάνουν τόκους για τα αποθεματικά τους στη Fed από το 2008, μηχανισμό που χρησιμοποιεί η κεντρική τράπεζα για τον έλεγχο των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων και της ρευστότητας. Τα τελευταία δύο χρόνια, οι πληρωμές αυτές εκτινάχθηκαν, φθάνοντας τα 186,5 δισ. δολάρια μόνο το 2024.
Η πρακτική αυτή έχει προκαλέσει έντονες πολιτικές αντιδράσεις. Τον Οκτώβριο, η Γερουσία απέρριψε νομοσχέδιο που θα απαγόρευε στη Fed να πληρώνει τόκους επί των αποθεματικών. Ο γερουσιαστής Rand Paul υποστήριξε ότι η Fed καταβάλλει «εκατοντάδες δισ. δολάρια για να κρατούν οι τράπεζες χρήματα αδρανή». Σε πρόσφατη έκθεσή του, ανέφερε ότι οι 20 μεγαλύτεροι αποδέκτες τόκων από τη Fed έχουν λάβει συνολικά 305 δισ. δολάρια από το 2013, με την JPMorgan να εισπράττει 15 δισ. δολάρια μόνο το 2024, χρονιά κατά την οποία τα συνολικά της κέρδη ανήλθαν σε 58,5 δισ. δολάρια.