Το μοναδικό διυλιστήριο στη Σερβία σταματά τη λειτουργία του, καθώς η αμερικανική κυβέρνηση δεν ενέκρινε το αίτημα της Σερβικής Πετρελαϊκής Βιομηχανίας NIS για ειδική άδεια εισαγωγής πρώτης ύλης, προκειμένου να παραταθεί η λειτουργία του. Η NIS υπόκειται σε αμερικανικές κυρώσεις από τον περασμένο Οκτώβριο, λόγω της ιδιοκτησιακής δομής της, όπου το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών (51,16%) ανήκει στην Gazprom Neft, η οποία φέρεται να χρηματοδοτεί την εισβολή στην Ουκρανία.
Ο πρόεδρος της Σερβίας, Αλεξάνταρ Βούτσιτς, σε έκτακτη συνέντευξη Τύπου, εξέφρασε την απογοήτευσή του για την απόφαση των ΗΠΑ, δηλώνοντας: «Περιμέναμε να λάβουμε άδεια από την κυβέρνηση των ΗΠΑ για να συνεχίσουμε τη λειτουργία του διυλιστηρίου, αλλά δεν λάβαμε θετική απόφαση. Είμαι απογοητευμένος». Ο Βούτσιτς ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση έδωσε τη συγκατάθεσή της στην NIS να σταματήσει τη λειτουργία του διυλιστηρίου στο Πάντσεβο, προσθέτοντας ότι τα αποθέματα καυσίμων επαρκούν μέχρι το τέλος Ιανουαρίου του 2026, αλλά οι καταναλωτές θα πρέπει να προμηθεύονται καύσιμα από άλλες εταιρίες.
Η NIS κατέχει το 47% των πρατηρίων λιανικής πώλησης ορυκτών καυσίμων στη Σερβία. Ο Βούτσιτς αναφέρθηκε επίσης στις έμμεσες κυρώσεις, τονίζοντας την ανάγκη να πληρωθούν το ταχύτερο δυνατόν οι μισθοί των εργαζομένων στην NIS και να εξοφληθούν όλοι οι προμηθευτές πριν οι ντόπιες τράπεζες σταματήσουν τη συνεργασία τους με την εταιρία. Οι ξένες τράπεζες στη Σερβία έχουν ήδη διακόψει τη συνεργασία με την NIS από τις αρχές Οκτωβρίου, όταν τέθηκαν σε ισχύ οι αμερικανικές κυρώσεις.
Η αντιπολίτευση στη Σερβία καταγγέλλει την πολιτική ηγεσία ότι θυσιάζει την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας για να εξυπηρετήσει την πολιτική της Μόσχας. Πολλά κόμματα της αντιπολίτευσης, από την κεντροδεξιά έως την κεντροαριστερά, υποστηρίζουν την ανάγκη αναγκαστικής κρατικοποίησης του διυλιστηρίου της NIS. Ωστόσο, ο Βούτσιτς απορρίπτει ένα τέτοιο ενδεχόμενο, σημειώνοντας ότι «δεν θα ακολουθήσει κομμουνιστικές πρακτικές».
Η Σερβία είναι η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που κατέχει καθεστώς προς ένταξη στην ΕΕ και δεν έχει επιβάλει κυρώσεις κατά της Ρωσίας λόγω της εισβολής στην Ουκρανία.