Το 2025 θα μείνει στη μνήμη ως μια κακή χρονιά για την Ευρώπη. Γεωπολιτικά, η ήπειρος εμφανίζεται αδύναμη και αμήχανη, σε ρόλο παρατηρητή. Οικονομικά, η εικόνα είναι υποτονική: ασθενική ανάπτυξη, βιομηχανική κόπωση και επενδυτική υστέρηση σε σχέση με τις ΗΠΑ και την Ασία. Κι όμως, μέσα σε αυτή τη συνθήκη «ήττας», το ευρώ αναδεικνύεται στον μεγάλο νικητή των αγορών συναλλάγματος, με άνοδο περίπου 14% από τις αρχές του έτους.
Πώς γίνεται η Ευρώπη να χάνει και το νόμισμά της να κερδίζει; Η απάντηση βρίσκεται στην καρδιά της γεωοικονομίας: το συνάλλαγμα δεν ψηφίζει ανάπτυξη ή ισχύ, αλλά σχετικές ισορροπίες, ρίσκο και αξιοπιστία. Και το 2025, αυτές οι ισορροπίες μετακινήθηκαν.
Η άνοδος του ευρώ δεν είναι ψήφος εμπιστοσύνης στην ευρωπαϊκή οικονομία, αλλά αναθεώρηση της θέσης του δολαρίου. Για πάνω από μια δεκαετία, οι αγορές λειτουργούσαν με τον κανόνα ότι οι ΗΠΑ είναι το ασφαλές καταφύγιο. Το 2025, αυτό το αξίωμα ράγισε. Ο συνδυασμός πολιτικής αβεβαιότητας, εμπορικών εντάσεων και δημοσιονομικών ερωτημάτων άρχισε να «τρώει» το premium του δολαρίου. Όχι να το εξαφανίζει, αλλά να το μειώνει. Στο FX, η μείωση του premium αρκεί για μεγάλες μετακινήσεις. Το ευρώ ενισχύθηκε όχι επειδή έγινε ισχυρότερο, αλλά επειδή το δολάριο έγινε λιγότερο αδιαμφισβήτητο.
Σε γεωοικονομικούς όρους, το 2025 δεν είναι η χρονιά της σύγκρουσης Ευρώπης–ΗΠΑ, αλλά της απόκλισης προσδοκιών. Οι αγορές άρχισαν να προεξοφλούν ότι η αμερικανική νομισματική πολιτική βαδίζει προς χαλάρωση πιο γρήγορα και πιο βαθιά απ’ όσο είχε εκτιμηθεί. Αντίθετα, στην Ευρώπη, παρά τη χαμηλή ανάπτυξη, η εικόνα ήταν λιγότερο «επείγουσα». Το αποτέλεσμα δεν ήταν μια φιλοευρωπαϊκή στροφή, αλλά μια εξισορρόπηση. Το επιτοκιακό πλεονέκτημα των ΗΠΑ, που για χρόνια λειτουργούσε σαν μαγνήτης για κεφάλαια, άρχισε να ξεθωριάζει. Όταν το rate differential μειώνεται, το FX αντιδρά πρώτο – πριν αντιδράσουν οι πραγματικές οικονομίες.
Το 2025 είναι επίσης χρονιά επανεξέτασης του ρίσκου συγκέντρωσης. Για χρόνια, οι παγκόσμιες ροές κεφαλαίων είχαν στοιχηματίσει σχεδόν μονοθεματικά στις ΗΠΑ: μετοχές, τεχνολογία, AI, δολάριο. Όταν αυτό το trade γίνεται υπερβολικά crowded, δεν χρειάζεται κρίση για να αντιστραφεί. Αρκεί αμφιβολία. Ένα μέρος των κεφαλαίων άρχισε να επιστρέφει στην Ευρώπη – όχι από ενθουσιασμό, αλλά από ανάγκη διαφοροποίησης. Ένα άλλο μέρος απλώς ανέβασε τα hedge ratios έναντι του δολαρίου. Και στις δύο περιπτώσεις, η επίπτωση είναι ίδια: αυξημένη ζήτηση για ευρώ. Το ευρώ λειτούργησε ως νόμισμα εξισορρόπησης, όχι ως νόμισμα αισιοδοξίας.
Το παράδοξο γίνεται πιο κατανοητό αν αποδεχτούμε μια δύσκολη αλήθεια: οι αγορές προτιμούν μια αδύναμη αλλά προβλέψιμη οικονομία από μια ισχυρή αλλά απρόβλεπτη. Το 2025, η Ευρώπη μπορεί να χάνει γεωπολιτικά, αλλά δεν δείχνει να χάνει τον έλεγχο της. Η ευρωζώνη δεν διαλύεται, δεν βιώνει κρίση χρέους, δεν απειλείται με θεσμικό σοκ. Η ανάπτυξη είναι χαμηλή, αλλά όχι χαοτική. Οι διαφορές μεταξύ χωρών είναι μεγάλες, όμως το πλαίσιο παραμένει σταθερό. Σε έναν κόσμο γεωπολιτικών κραδασμών, αυτή η σταθερότητα αποκτά αξία. Για το συνάλλαγμα, η απουσία καταστροφής είναι συχνά αρκετή.
Η γεωπολιτική πίεση που δέχεται η Ευρώπη λειτουργεί ως καταλύτης για αποφάσεις που αναβάλλονταν επί δεκαετίες: αμυντικές δαπάνες, βιομηχανική πολιτική, ενεργειακή ασφάλεια, στρατηγική αυτονομία. Αυτές οι επιλογές δεν βελτιώνουν το ΑΕΠ μέσα σε έναν χρόνο, αλλά αλλάζουν το μεσοπρόθεσμο αφήγημα. Όταν το δολάριο χάνει μέρος της αίγλης του ως μοναδικού ασφαλούς λιμανιού, ακόμη και ένα ατελές ευρωπαϊκό αφήγημα αρκεί για να στηρίξει το ευρώ.
Το μεγάλο λάθος είναι να διαβάζουμε την άνοδο του ευρώ ως ψήφο υπέρ της Ευρώπης. Δεν είναι. Είναι ψήφος εναντίον της μονοκρατορίας. Το 2025 δείχνει ότι το διεθνές νομισματικό σύστημα γίνεται πιο πολυκεντρικό, πιο νευρικό και πιο ευαίσθητο σε πολιτικό και θεσμικό ρίσκο. Σε αυτό το σύστημα, το ευρώ δεν χρειάζεται να είναι τέλειο. Αρκεί να είναι εναλλακτικό. Το παράδοξο δεν είναι ότι το ευρώ κέρδισε. Το παράδοξο είναι ότι χρειαζόταν να «χάσει» η Ευρώπη – και να κλονιστεί το δολάριο – για να συμβεί.