Σε μια από τις πιο επικίνδυνες κλιμακώσεις των τελευταίων ετών, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αναπτύξει περισσότερα από δώδεκα πολεμικά πλοία και 15.000 στρατιώτες στην Καραϊβική. Ο πρόεδρος της Βενεζουέλας, Νικολάς Μαδούρο, αναφέρει ότι πρόκειται για «προετοιμασία πολέμου» με στόχο τον έλεγχο των πετρελαϊκών αποθεμάτων της χώρας του. Η Ουάσινγκτον διαψεύδει ότι το πετρέλαιο είναι ο πραγματικός λόγος της κινητοποίησης, με τον Ντόναλντ Τραμπ να επιμένει ότι οι κινήσεις του στοχεύουν στην αντιμετώπιση της παράτυπης μετανάστευσης και της ανεξέλεγκτης διακίνησης ναρκωτικών.
Όποια κι αν είναι η επίσημη εξήγηση, κανείς δεν αμφισβητεί ότι το τεράστιο ενεργειακό αποτύπωμα της Βενεζουέλας θα διαδραματίσει κομβικό ρόλο σε οποιαδήποτε αλλαγή καθεστώτος. Η Βενεζουέλα διαθέτει περίπου 303 δισ. βαρέλια πετρελαίου, που αντιπροσωπεύουν το 20% των παγκόσμιων αποθεμάτων, τα μεγαλύτερα γνωστά διεθνώς, ξεπερνώντας κατά πολύ τον Περσικό Κόλπο.
Παρά την τεράστια βάση πόρων, η παραγωγή βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, αντλώντας σήμερα περίπου 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως, λιγότερα από το ένα τρίτο των επιπέδων πριν από την άνοδο του σοσιαλιστικού καθεστώτος το 1999. Οι διεθνείς κυρώσεις, η οικονομική κατάρρευση, η χρόνια υποεπένδυση και η δραματική εγκατάλειψη των υποδομών έχουν καθηλώσει την κρατικά ελεγχόμενη πετρελαιοβιομηχανία, PDVSA. Το πρόβλημα επιτείνεται από το γεγονός ότι το πετρέλαιο της Βενεζουέλας είναι βαρύ και όξινο, απαιτώντας εξειδικευμένο εξοπλισμό και τεχνολογία, την οποία οι διεθνείς εταιρείες που διαθέτουν την τεχνογνωσία δεν μπορούν να προσφέρουν λόγω των κυρώσεων.
Παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου, παραμένουν εξαρτημένες από εισαγωγές βαριού αργού, καθώς η δική τους παραγωγή είναι κυρίως ελαφρύ, γλυκό πετρέλαιο. Τα αμερικανικά διυλιστήρια έχουν κατασκευαστεί για να λειτουργούν με πετρέλαιο τύπου Βενεζουέλας. Η έλλειψη βαριού αργού έχει οδηγήσει σε διεθνή στενότητα ντίζελ, επιβαρύνοντας και τις ΗΠΑ. Τον Σεπτέμβριο, οι ΗΠΑ εισήγαγαν περίπου 102.000 βαρέλια ημερησίως από τη Βενεζουέλα, αριθμός μικρός σε σχέση με τις εισαγωγές από τον Καναδά ή τη Σαουδική Αραβία, αλλά σημαντικός για τη λειτουργία συγκεκριμένων διυλιστηρίων του Τέξας και του Κόλπου του Μεξικού.
Η ενδεχόμενη αλλαγή εξουσίας στη Βενεζουέλα θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για τεράστιες επενδύσεις στην παραμελημένη ενεργειακή βιομηχανία, ταχεία αύξηση παραγωγής, ενίσχυση του παγκόσμιου εφοδιασμού και αποτροπή μελλοντικών κρίσεων τιμών, καθώς και μείωση της εξάρτησης από το ρωσικό αργό, ιδίως για την Ινδία και την Κίνα. Η PDVSA παραδέχεται ότι οι αγωγοί και οι εγκαταστάσεις της δεν έχουν ανανεωθεί για 50 χρόνια, με το κόστος αναβάθμισης να αγγίζει τα 58 δισ. δολάρια, ποσό που είναι εφικτό για διεθνείς κολοσσούς αν υπάρξει πολιτική αλλαγή.
Οικονομολόγοι επισημαίνουν ότι μια δημοκρατική κυβέρνηση θα μπορούσε να επανεντάξει τη χώρα στην παγκόσμια αγορά ενέργειας και να δημιουργήσει συνθήκες ραγδαίας οικονομικής ανάκαμψης. Η γεωπολιτική διάσταση είναι επίσης σημαντική, καθώς το βαρύ πετρέλαιο της Ρωσίας έχει παρόμοια χαρακτηριστικά με αυτό της Βενεζουέλας, γεγονός που καθιστά την Ασία εξαρτημένη από τα ρωσικά φορτία παρά τις κυρώσεις. Η ενίσχυση της βενεζουελάνικης παραγωγής θα μπορούσε να αποτελέσει στρατηγικό πλήγμα για τη Μόσχα, στερώντας της έσοδα που χρηματοδοτούν τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ο Μαδούρο επιμένει ότι το πετρέλαιο «βρίσκεται στην καρδιά της κρίσης», κατηγορώντας την Ουάσινγκτον για σχέδιο κατάσχεσης των αποθεμάτων της χώρας του. Η θέση αυτή βρίσκει απήχηση σε ορισμένους περιφερειακούς ηγέτες, όπως ο πρόεδρος της Κολομβίας, Γκουστάβο Πέτρο, ο οποίος δήλωσε ότι «η διαπραγμάτευση αφορά το πετρέλαιο» και ότι αυτό εξηγεί τη λογική πίεσης της αμερικανικής κυβέρνησης. Η Ουάσινγκτον, από την πλευρά της, επιμένει ότι οι κινήσεις της δεν έχουν οικονομικά κίνητρα, αλλά υπηρετούν μια πολιτική συγκράτησης μεταναστευτικών και εγκληματικών ροών από τη Βενεζουέλα.
Η στρατιωτική κινητοποίηση στην Καραϊβική, η αστάθεια της κυβέρνησης Μαδούρο και η παγκόσμια ενεργειακή συγκυρία δημιουργούν ένα εκρηκτικό τρίγωνο. Αν το καθεστώς καταρρεύσει, η Βενεζουέλα μπορεί να εξελιχθεί είτε σε νέο ενεργειακό Eldorado για τη Δύση, είτε σε πεδίο έντονου ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ, Ρωσίας και Κίνας. Το σίγουρο είναι ότι το πετρέλαιο – και όχι μόνο η πολιτική – θα καθορίσει την έκβαση της κρίσης.