Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί τις επιπτώσεις του μεταπανδημικού πληθωρισμού, ιδιαίτερα τις αυξημένες τιμές τροφίμων και το «κολλημένο» κόστος υπηρεσιών, τόνισε ο πρόεδρος της Bundesbank και μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ, Γιοακίμ Νάγκελ. Παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός κινείται κοντά στον στόχο του 2% και αναμένεται να παραμείνει εκεί μεσοπρόθεσμα, «οι συνέπειες της κρίσης είναι ακόμη ορατές σε ορισμένες περιπτώσεις», ανέφερε σε ομιλία του τη Δευτέρα ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης.

Ο Γιοακίμ Νάγκελ, που θεωρείται ένα από τα «γεράκια» του συμβουλίου, επικαλέστηκε έρευνες που δείχνουν ότι οι πολίτες εξακολουθούν να ανησυχούν για νέες αυξήσεις τιμών στην Ευρωζώνη, όπου ο πληθωρισμός είχε κορυφωθεί στο 10,6% τον Οκτώβριο του 2022, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. «Η ΕΚΤ παρακολουθεί στενά αυτές τις ενδείξεις, όπως και τον συνεχιζόμενο υψηλό πληθωρισμό στις υπηρεσίες», σημείωσε.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αναλυτών και traders, η ΕΚΤ αναμένεται να διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου, για τέταρτη συνεχόμενη φορά. Ωστόσο, μια πιθανή καθυστέρηση στην ενεργοποίηση του μηχανισμού τιμολόγησης άνθρακα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — γεγονός που θα μπορούσε να αναθεωρήσει προς τα κάτω τις προβλέψεις για τον πληθωρισμό του 2027 — ίσως αφήσει περιθώρια στα «περιστέρια» του συμβουλίου να ζητήσουν μείωση επιτοκίων.

Από την άλλη πλευρά, οι τιμές σε τρόφιμα και υπηρεσίες εξακολουθούν να υπερβαίνουν το 3%, ενισχύοντας τη γραμμή των συντηρητικών που επιμένουν σε προσεκτική στάση από το συμβούλιο, μετά από συνολικά οκτώ μειώσεις επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης. Ο Νάγκελ υποστήριξε ότι η ΕΚΤ βρίσκεται «σε καλή θέση» και πρέπει να συνεχίσει να λαμβάνει αποφάσεις «βασισμένες στα δεδομένα και με ευελιξία από συνεδρίαση σε συνεδρίαση». «Τον Δεκέμβριο θα έχουμε περισσότερα στοιχεία, νέες προβολές για τα επόμενα δύο χρόνια και —για πρώτη φορά— για το 2028», εξήγησε.

«Τότε θα δούμε πιο καθαρά αν η τρέχουσα νομισματική πολιτική παραμένει κατάλληλη». Παράλληλα, προσπάθησε να καθησυχάσει τις ανησυχίες για την πρόσφατη ενίσχυση του ευρώ, την οποία πολλοί μετριοπαθείς κεντρικοί τραπεζίτες θεωρούν πιθανό κίνδυνο για τον αποπληθωρισμό. «Το τρέχον επίπεδο αποτίμησης του ευρώ δεν είναι ανησυχητικό», ισχυρίστηκε, προσθέτοντας ότι η ισοτιμία με το δολάριο —περίπου στα 1,16 ευρώ— δεν απέχει πολύ από τον ιστορικό μέσο όρο.