Η κρίσιμη στιγμή που πολλοί φοβούνται εδώ και μήνες –δηλαδή η έναρξη μιας μακράς περιόδου έντονων, αν όχι μαζικών, πωλήσεων κρατικών ομολόγων– είναι πιο κοντά, σύμφωνα με την Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που δημοσιοποίησε σήμερα η ΕΚΤ. Οι φόβοι αυτοί εντείνονται από τη μεταρρύθμιση του ολλανδικού συνταξιοδοτικού συστήματος, που βρίσκεται σε εξέλιξη, με στόχο την προσαρμογή στις δημογραφικές πιέσεις που υφίσταται η Ολλανδία, όπου ο πληθυσμός άνω των 65 ετών αυξάνεται συνεχώς εις βάρος των εργαζομένων.
Η ολλανδική μεταρρύθμιση προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία, διαφάνεια και προσωποποιημένη παρακολούθηση της σύνταξης, αλλά στην πράξη σημαίνει ότι οι απολαβές των ασφαλισμένων θα εξαρτώνται από τις αποδόσεις των επενδύσεων και όχι από κάποια προαποφασισμένη παροχή. Αυτή η στροφή προς το νέο σύστημα αλλάζει ριζικά το επενδυτικό αποτύπωμα των ταμείων. Καθώς αυτά εγκαταλείπουν τις εγγυημένες παροχές, δεν έχουν πλέον ανάγκη να διακρατούν κρατικά ομόλογα 30 ή 50 ετών για να καλύψουν τις μελλοντικές υποχρεώσεις τους. Αντίθετα, στρέφονται προς επενδύσεις με υψηλότερες αποδόσεις, όπως μετοχές και εταιρικό χρέος.
Η Ολλανδία, αν και αντιπροσωπεύει μόλις το 7% της οικονομίας της ευρωζώνης, έχει σημαντική επιρροή στην αγορά ομολόγων, καθώς το συνταξιοδοτικό της σύστημα αποτελεί έναν τεράστιο παράγοντα της ευρωπαϊκής αγοράς. Κατέχει περισσότερο από το ήμισυ όλων των συνταξιοδοτικών αποταμιεύσεων στο ευρωπαϊκό μπλοκ, με τα ολλανδικά συνταξιοδοτικά funds να διακρατούν σχεδόν 300 δισεκατομμύρια ευρώ σε ευρωπαϊκά ομόλογα. Συνολικά, τα ασφαλιστικά ταμεία της Ολλανδίας διαχειρίζονται κεφάλαια άνω του 1,8 τρισ. ευρώ.
Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις των Financial Times, τα ολλανδικά συνταξιοδοτικά ταμεία αναμένεται να ξεφορτωθούν (μεσο-μακροπρόθεσμα) κρατικά ομόλογα αξίας 127 δισ. ευρώ (κυρίως γερμανικά, γαλλικά και ολλανδικά) κατά τη διάρκεια της μετάβασης. Αυτή η αποεπένδυση σε κρατικά ομόλογα εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε άνοδο των αποδόσεων, ιδίως των 30ετούς διάρκειας ομολόγων. Έτσι, τα κράτη που θα θελήσουν να δανειστούν εκδίδοντας ομόλογα θα πρέπει να πληρώνουν περισσότερα για να αντλήσουν αυτά τα κεφάλαια.
Στην έκθεσή της, η ΕΚΤ σημειώνει ότι από την αρχή του έτους, οι αποδόσεις των 30ετών κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης έχουν αυξηθεί περίπου κατά 50 μονάδες βάσης, ενώ οι αποδόσεις των διετών ομολόγων έχουν μειωθεί κατά περίπου 10 μονάδες βάσης. Η μεγαλύτερη αύξηση συγκεντρώνεται στις πιο μεγάλες διάρκειες, με τις αποδόσεις των 30ετών ομολόγων να φτάνουν σε υψηλά πολλών ετών σε μεγάλες προηγμένες οικονομίες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιαπωνία. Οι επενδυτές απαιτούν υψηλότερα ασφάλιστρα διάρκειας ως αντιστάθμισμα στις ανησυχίες τους για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα.
Η ΕΚΤ προσθέτει ότι η υπερβολικά μεγάλη άνοδος των αποδόσεων στα 30ετή ομόλογα υποδηλώνει ότι άλλοι παράγοντες, όπως η μεταρρύθμιση των ολλανδικών συνταξιοδοτικών ταμείων, μπορεί επίσης να έχουν διαδραματίσει ρόλο. Επιπλέον, οι αλλαγές στη δυναμική της προσφοράς και της ζήτησης επηρεάζουν αρνητικά τις αγορές ομολόγων. Οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης αντιμετωπίζουν αυξημένες ανάγκες χρηματοδότησης λόγω των αυξημένων αμυντικών δαπανών, των δομικών αναγκών της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης και των επενδύσεων σε υποδομές.
Η μεταρρύθμιση του ολλανδικού συνταξιοδοτικού συστήματος αναμένεται να επηρεάσει τη δυναμική της ζήτησης, καθώς τα ολλανδικά συνταξιοδοτικά ταμεία, που αντιπροσωπεύουν περίπου το 65% των κρατικών ομολόγων που κατέχουν τα συνταξιοδοτικά ταμεία της ευρωζώνης, αναμένεται να μειώσουν τις μακροπρόθεσμες θέσεις τους σε κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης τα επόμενα χρόνια. Ο συνδυασμός αυτών των ανησυχιών για τους κινδύνους κρατικού χρέους και των αυξανόμενων αναγκών χρηματοδότησης των κυβερνήσεων αφήνει τις αγορές κρατικών ομολόγων ευάλωτες σε περαιτέρω ανατιμολόγηση.