Η τεχνητή νοημοσύνη έχει αποτελέσει την κινητήρια δύναμη των αγορών τα τελευταία δύο χρόνια. Ωστόσο, το τελευταίο τρίμηνο, το σκηνικό αλλάζει: η αγορά εταιρικών ομολόγων δυσκολεύεται να απορροφήσει μια πρωτοφανή αύξηση εκδόσεων από τους μεγάλους παίκτες της ΤΝ, ενώ ταυτόχρονα τα στοιχεία δείχνουν κόπωση στην υιοθέτηση της τεχνολογίας από τις επιχειρήσεις. Το αποτέλεσμα είναι ένα επικίνδυνο μείγμα: αυξανόμενο κόστος χρηματοδότησης, διογκούμενοι ισολογισμοί και μια βιομηχανία που χρειάζεται 650 δισ. δολάρια ετήσια έσοδα για να δικαιολογήσει επενδύσεις ύψους 5 τρισ. δολαρίων έως το 2030, ενώ σήμερα παράγει μόλις 50 δισ. δολάρια.
Από τον Σεπτέμβριο, οι Amazon, Alphabet, Meta και Oracle έχουν εκδώσει ομόλογα επενδυτικής βαθμίδας αξίας σχεδόν 90 δισ. δολαρίων, ποσό μεγαλύτερο από αυτό που είχαν αντλήσει συνολικά τους προηγούμενους 40 μήνες, σύμφωνα με στοιχεία της Wall Street Journal. Στην αγορά υψηλότερου ρίσκου, οι TeraWulf και Cipher Mining, παλιές εταιρείες εξόρυξης Bitcoin που έχουν μετατραπεί σε κατασκευαστές data centers, άντλησαν πάνω από 7 δισ. δολάρια σε ομόλογα χαμηλής διαβάθμισης.
Παρά το γεγονός ότι όλες οι εκδόσεις «έκλεισαν», πολλές έγιναν με υψηλότερα από τα αναμενόμενα επιτόκια, ενώ οι τιμές των νέων ομολόγων υποχώρησαν αμέσως στη δευτερογενή αγορά. Αυτό αποτελεί ένα ισχυρό μήνυμα για μια αγορά που δεν είχε προεξοφλήσει τόσο μεγάλη προσφορά χρέους. Οι επενδυτές ανησυχούν: τα περιθώρια κέρδους πιέζονται, οι ανάγκες για κεφαλαιουχικές επενδύσεις εκτοξεύονται και οι ισολογισμοί βαραίνουν. Το θέμα δεν είναι μόνο τεχνικό. Το κύμα των εκδόσεων έχει αρχίσει να επηρεάζει το κλίμα στις μετοχές — το Nasdaq κινείται 6% χαμηλότερα μέσα στον μήνα, καθώς ο φόβος «διάχυσης» των πιέσεων από το χρέος ενισχύεται.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο John Lloyd της Janus Henderson: «Οι αγορές είναι απόλυτα διασυνδεδεμένες: δύσκολα θα πάνε καλά τα ομόλογα αν οι μετοχές της ΤΝ πουλάνε – και το αντίστροφο». Οι Alphabet, Amazon και Microsoft αντιμετωπίζουν ηπιότερη πίεση, χάρη στις τεράστιες ταμειακές ροές τους. Ωστόσο, η Meta, με μικρότερη «μαξιλάρι αντοχής», αναγκάστηκε να προσφέρει υψηλότερες αποδόσεις για να προσελκύσει επενδυτές σε έκδοση 30 δισ. δολαρίων. Στη δευτερογενή αγορά, οι αποδόσεις ανέβηκαν ακόμη περισσότερο, φτάνοντας επίπεδα εταιρειών με χαμηλότερη πιστοληπτική βαθμολογία.
Για την Oracle, τα πράγματα είναι πιο δύσκολα: κινείται δύο σκαλοπάτια πάνω από το speculative grade, καίει ήδη μετρητά, σχεδιάζει να κάψει «δεκάδες δισ.» τα επόμενα χρόνια για να μετατραπεί σε AI cloud-provider και μπορεί να χρειαστεί 65 δισ. δολάρια νέων ομολόγων την ερχόμενη τριετία. Η διατήρηση της επενδυτικής βαθμίδας είναι γι’ αυτήν ζήτημα επιβίωσης. Η παραμικρή υποβάθμιση θα την εκτόπιζε από την αγορά στην οποία βασίζει ολόκληρο το capex της.
Εν τω μεταξύ, ενώ το χρήμα ρέει άφθονο για data centers και chips, η πραγματική χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης μέσα στις επιχειρήσεις κολλάει. Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της US Census Bureau, το ποσοστό εργαζομένων που χρησιμοποιούν ΤΝ στην παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών μειώθηκε στο 11%, από περίπου 12%. Η πτώση είναι ακόμη πιο αισθητή στα μεγάλα επιχειρηματικά σχήματα. Άλλα δεδομένα δείχνουν διαφορετικά επίπεδα, αλλά σχεδόν όλα συμφωνούν σε κάτι: η υιοθέτηση έχει σταθεροποιηθεί – και σε κάποιες περιπτώσεις μειώνεται.
Τρεις είναι οι πιθανές εξηγήσεις για αυτό:
- Οικονομική αβεβαιότητα: Αυξημένα επιτόκια, εμπορικοί πόλεμοι, αδύναμη εμπιστοσύνη → οι επιχειρήσεις παγώνουν επενδύσεις.
- Εσωτερικές αντιστάσεις: Σύμφωνα με έρευνα, 87% των ανώτατων στελεχών χρησιμοποιούν ΤΝ, αλλά μόνο 57% των managers και μόλις 27% των απλών υπαλλήλων.
- Περιορισμένα οφέλη – για την ώρα: Έρευνες δείχνουν ότι 45% από τα AI projects αποδίδουν κάτω των προσδοκιών, ενώ μόνο 10% υπερβαίνουν τις προσδοκίες. Η παραγωγικότητα συχνά πέφτει προσωρινά (J-curve) και το φαινόμενο «mediocrity trap» μειώνει την προσπάθεια των καλών.
Από τώρα έως το 2030, οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες θα επενδύσουν 5 τρισ. δολάρια σε chips, data centers, υποδομές cloud και δίκτυα. Για να βγουν τα νούμερα, πρέπει να πετύχουν 650 δισ. δολάρια σε ετήσια έσοδα από ΤΝ. Σήμερα, η παγκόσμια αγορά φτάνει μόλις τα 50 δισ. δολάρια. Εάν η υιοθέτηση δεν εκτοξευθεί, το κενό θα παραμείνει τεράστιο.
Το 2026 μπορεί να είναι το σημείο καμπής. Η διόγκωση του χρέους, η χαμηλότερη ζήτηση για νέα ομόλογα, η πίεση στις μετοχές και η σταθεροποίηση της χρήσης ΤΝ συγκλίνουν σε μια κοινή ανησυχία: το οικοσύστημα της τεχνητής νοημοσύνης ίσως βρίσκεται πιο κοντά σε «φούσκα αντοχής» παρά σε ευθεία πορεία εκθετικής ανάπτυξης. Η χρηματοδότηση θα συνεχιστεί — γιατί οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες μπορούν. Ωστόσο, το κόστος ανεβαίνει, οι επενδυτές γίνονται πιο επιλεκτικοί και οι επιχειρήσεις πιο διστακτικές. Η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν σταματά εδώ, αλλά η μετάβαση από το hype στην πραγματικότητα αποδεικνύεται πιο ακριβή, πιο αργή και πιο σύνθετη απ’ όσο πίστευε η αγορά.