Δεκάδες μετοχές στο Χρηματιστήριο Αθηνών παραμένουν «φθηνές», καθώς για διάφορους λόγους δεν έχουν επηρεαστεί ή έχουν επηρεαστεί ελάχιστα από τη Bull Market της τελευταίας πενταετίας. Ιδιαίτερα στη μικρή και πολύ μικρή κεφαλαιοποίηση, υπάρχουν πολλές εισηγμένες που διαπραγματεύονται με σημαντικό discount. Η κατάσταση αυτή γίνεται πιο εμφανής όταν εξετάσουμε τον δείκτη P/BV, ο οποίος αποτυπώνει τη σχέση μεταξύ χρηματιστηριακής αξίας και ιδίων κεφαλαίων. Σύμφωνα με στοιχεία, τουλάχιστον 10 εταιρείες έχουν καθαρά κέρδη στο πρώτο εξάμηνο του 2025, ενώ η κεφαλαιοποίησή τους είναι μικρότερη από το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων τους, με τον δείκτη P/BV να κυμαίνεται κάτω από 1x. Για παράδειγμα, η μετοχή της Μύλοι Λούλη έχει χρηματιστηριακή αξία 57,6 εκατ. ευρώ, ενώ τα ίδια κεφάλαια ξεπερνούν τα 107,4 εκατ. ευρώ, με αποτέλεσμα ο δείκτης P/BV να είναι μόλις 0,54x. Παρόμοια είναι η περίπτωση της ΕΛΑΣΤΡΟΝ, που έχει ίδια κεφάλαια 82 εκατ. ευρώ και αποτίμηση 43,9 εκατ. ευρώ (P/BV 0,54x). Η Medicon παρουσιάζει αναλογία κεφαλαιοποίησης – ιδίων κεφαλαίων μόλις 0,57x, παρά την αισθητή βελτίωση των οικονομικών της μεγεθών το 2025. Οι εταιρείες CNL Capital και ΕΛΙΝΟΙΛ έχουν επίσης ελκυστικό P/BV, με δείκτες 0,65x και 0,66x αντίστοιχα. Η μετοχή της ΕΛΤΟΝ, αν και έχει καθαρή θέση 68 εκατ. ευρώ, διαπραγματεύεται σε αξία 50,9 εκατ. ευρώ, με P/BV 0,75x. Οι τιμές των Alpha Trust Ανδρομέδα και ΕΛΒΕ, με ίδια κεφάλαια 33,6 και 19,9 εκατ. ευρώ, κυμαίνονται σε 28,6 και 17,1 εκατ. ευρώ, αντίστοιχα, με P/BV 0,8x. Τέλος, οι ΒΙΟΚΑΡΠΕΤ και Centric έχουν δείκτη P/BV 0,93x, υποδεικνύοντας ότι η αποτίμηση τους είναι χαμηλότερη από τα ίδια κεφάλαια. Αυτό το φαινόμενο δεν περιορίζεται μόνο στη μικρή κεφαλαιοποίηση, καθώς και αρκετές «μεσαίες» εταιρείες εμφανίζουν το ίδιο πρόβλημα, λόγω της αυξανόμενης προτίμησης των traders στα blue chips. Η κυριαρχία των ξένων επενδυτών στις καθημερινές συναλλαγές δεν βοηθά στην επίλυση του ζητήματος. Οι διοικήσεις των εισηγμένων θα πρέπει να διευκολύνουν την κατάσταση, αυξάνοντας την ορατότητά τους και συμμετέχοντας σε διεθνή επενδυτικά συνέδρια, ορίζοντας ειδικούς διαπραγματευτές και ενισχύοντας τη διαφάνεια. (Τα παραπάνω αποτελούν προϊόν δημοσιογραφικής έρευνας και δεν συνιστούν προτροπή για αγορά, πώληση ή διακράτηση οποιασδήποτε μετοχής.)