Για να κινητοποιηθούν οι επενδύσεις στην κλίμακα που απαιτείται για την αναζωογόνηση της ανάπτυξης, είναι απαραίτητο να ολοκληρωθεί η τραπεζική ένωση και να προχωρήσουμε προς την κατεύθυνση μιας πλήρως ανεπτυγμένης Ένωσης Αποταμιεύσεων και Επενδύσεων (SIU), τόνισε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννης Στουρνάρας, σε άρθρο του στο International Banker.

«Η τρέχουσα θεσμική δομή της ευρωζώνης αποτελεί σημαντικό εμπόδιο, καθώς η ΕΚΤ λειτουργεί ουσιαστικά χωρίς έναν πραγματικό δημοσιονομικό ομόλογό της σε επίπεδο ευρωζώνης», επισήμανε ο κ. Στουρνάρας. «Η επίτευξη βασικών μακροπρόθεσμων στοιχείων επιτυχίας για τον διεθνή ρόλο του ευρώ —δηλαδή, η επίτευξη συμφωνιών σχετικά με μια κεντρική δημοσιονομική ικανότητα της ΕΕ και ένα ευρωπαϊκό ασφαλές περιουσιακό στοιχείο— θα αποτελέσει πραγματική καμπή», πρόσθεσε.

Ο διοικητής της ΤτΕ υπογράμμισε ότι η ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης είναι ένα από τα σημαντικότερα βήματα προς την κατεύθυνση της μεγαλύτερης ολοκλήρωσης στην ευρωζώνη, η οποία προήλθε από τις διαρθρωτικές αδυναμίες στο χρηματοπιστωτικό σύστημα που αποκάλυψε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και η κρίση δημόσιου χρέους.

Παράλληλα, ο κ. Στουρνάρας τόνισε ότι το Ευρωσύστημα πρέπει να πλοηγηθεί σε ένα περίπλοκο περιβάλλον, το οποίο διαμορφώνεται από κατακερματισμένες κεφαλαιαγορές, γεωπολιτικές εντάσεις, την ανάγκη αντιμετώπισης των κλιματικών κινδύνων, την ψηφιοποίηση και την επιτακτική ανάγκη να κλείσει το χάσμα παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας σε σχέση με άλλες σημαντικές οικονομικές περιοχές. Ωστόσο, επισήμανε ότι «οι κεντρικές τράπεζες δεν είναι οι κύριοι παράγοντες στην αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων», καθώς η ευθύνη αυτή «βαρύνει κατά κύριο λόγο τις κυβερνήσεις και τους νομοθέτες στην Ευρώπη».

«Ωστόσο, η νομισματική πολιτική διαδραματίζει ζωτικό υποστηρικτικό ρόλο: να παρέχει ένα σημείο σταθερότητας», συνέχισε, τονίζοντας ότι η διατήρηση χαμηλού και προβλέψιμου πληθωρισμού είναι θεμελιώδης προϋπόθεση για βιώσιμη ανάπτυξη.

Ο διοικητής της ΤτΕ αναφέρθηκε επίσης στη στρατηγική νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, η οποία καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο οι κεντρικές τράπεζες εκπληρώνουν την αποστολή τους. «Κεντρικό στοιχείο αυτής της στρατηγικής είναι ο ορισμός της σταθερότητας των τιμών ως ενός σαφούς, συμμετρικού μεσοπρόθεσμου στόχου για τον πληθωρισμό στο 2%», επισήμανε.

Ένα άλλο βασικό στοιχείο αυτής της στρατηγικής είναι ο «μεσοπρόθεσμος προσανατολισμός της», ο οποίος παρέχει την ευελιξία να «αγνοεί» τους κλυδωνισμούς που αναμένονται να εξαφανιστούν με την πάροδο του χρόνου. Η νομισματική πολιτική έχει μακροπρόθεσμες και μεταβλητές επιπτώσεις, επιτρέποντας στην πολιτική να αντιμετωπίζει σταδιακά τις πληθωριστικές ή αποπληθωριστικές πιέσεις, χωρίς να αντιδρά υπερβολικά με τρόπους που θα μπορούσαν να βλάψουν την οικονομική δραστηριότητα και την απασχόληση, κατέληξε ο κ. Στουρνάρας.