Οι τιμές του πετρελαίου σταθεροποιούνται σε χαμηλά επίπεδα, μετά από πληροφορίες που αναφέρουν σύγκλιση μεταξύ Ουάσιγκτον και Κιέβου σχετικά με τους όρους του σχεδίου για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Η αισιοδοξία για πρόοδο στις συνομιλίες οδήγησε σε πτώση των τιμών χθες, αν και σήμερα το πρωί παρατηρείται ελαφριά αύξηση.
Φέτος, οι τιμές του πετρελαίου έχουν υποχωρήσει κατά 15%, καθώς ο ΟΠΕΚ και οι σύμμαχοί του αύξησαν την προσφορά τους, ενώ και οι παραγωγοί εκτός του ΟΠΕΚ ενίσχυσαν την προσφορά τους. Η JPMorgan προβλέπει ότι οι τιμές θα υποχωρήσουν περαιτέρω τα επόμενα δύο χρόνια, βασίζοντας την εκτίμησή της στην αναγνώριση της κατάστασης της αγοράς: όταν η προσφορά υπερβαίνει τη ζήτηση, οι τιμές είναι πιθανό να μειωθούν.
Οι αναλυτές της JPMorgan εκτιμούν ότι θα προκύψει μια διαρθρωτική ανισορροπία που θα συνεχίσει να επηρεάζει αρνητικά τις τιμές του πετρελαίου, εάν η προσφορά συνεχίσει να αυξάνεται ταχύτερα από τη ζήτηση. Παρά την αύξηση της ζήτησης, η προσφορά πετρελαίου αναμένεται να αυξηθεί με τριπλάσιο ρυθμό από τη ζήτηση φέτος και το 2026.
Η αναλύτρια της JPMorgan, Natasha Kaneva, σημειώνει ότι η ζήτηση ξεπερνά σταθερά τις προσδοκίες, αλλά η προσφορά έχει αυξηθεί πολύ περισσότερο, κυρίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με την JPMorgan, οι συνθήκες της αγοράς ενδέχεται να οδηγήσουν σε πτώση έως και 50% στις τιμές του πετρελαίου μέχρι το τέλος του 2027, με την τιμή του μπρεντ να υποχωρεί στα 30 δολάρια ανά βαρέλι από τα τρέχοντα επίπεδα γύρω από τα 62-63 δολάρια.
Η αύξηση της προσφοράς θα προέλθει κυρίως από παραγωγούς εκτός ΟΠΕΚ+, με τις ΗΠΑ να είναι από τους μεγαλύτερους. Αυτή η αύξηση θα μπορούσε να οδηγήσει σε πλεόνασμα, το οποίο οι αναλυτές πιστεύουν ότι θα συνεχίσει να πιέζει τις τιμές προς τα κάτω. Η Kaneva αναφέρει ότι οι τιμές του μπρεντ είναι πιθανό να υποχωρήσουν κάτω από τα 60 δολάρια το 2026 και να πέσουν στα χαμηλά των 50 δολαρίων μέχρι το τελευταίο τρίμηνο του 2027.
Το πλεόνασμα αναμένεται να φτάσει τα 2,8 εκατ. βαρέλια την ημέρα το 2026 και να μειωθεί στα 2,7 εκατ. το επόμενο έτος, εκτός εάν παρέμβει η αμερικανική κυβέρνηση. Ωστόσο, δεδομένης της στάσης του προεδρικού γραφείου υπό τον Ντόναλντ Τραμπ, αυτό δεν φαίνεται πιθανό. Η Kaneva προσθέτει ότι οι ανισορροπίες της αγοράς είναι απίθανο να υλοποιηθούν πλήρως στην πράξη, καθώς αναμένονται προσαρμογές και από την πλευρά της προσφοράς και από την πλευρά της ζήτησης, με το μεγαλύτερο βάρος να πέφτει στην προσφορά.