Η Wall Street έκλεισε την Παρασκευή με αρνητικό πρόσημο, με τον τεχνολογικό τομέα να είναι ο κύριος αρνητικός παράγοντας της αγοράς. Αν και η χρηματιστηριακή αγορά δεν κατέρρευσε αυτή την εβδομάδα, παρατηρείται ένα ξεκαθάρισμα μετά από ένα έντονα ανοδικό επτάμηνο, με τις αμερικανικές μετοχές τεχνολογίας στον δείκτη Nasdaq 100 να καταγράφουν τη χειρότερη εβδομάδα τους από τον Απρίλιο, όταν οι δασμοί είχαν προκαλέσει μεγάλη αναταραχή.
Το sell-off αποδίδεται κυρίως στις ανησυχίες για τις υπερβολικά υψηλές αποτιμήσεις των εταιρειών τεχνολογίας που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη. Οι μετοχές τους έχουν «εκτοξευθεί» λόγω του ενθουσιασμού για την generative AI, επαναφέροντας στο προσκήνιο τον φόβο μιας νέας «φούσκας» τύπου dot-com. Ως αποτέλεσμα, οι μετοχές του τεχνολογικού κλάδου κατέγραψαν τις μεγαλύτερες απώλειες της εβδομάδας, με την Palantir να σημειώνει πτώση 12% και την Nvidia 8%. Αντίστοιχα πτωτικά κινήθηκαν οι μετοχές των Oracle, AMD, Broadcom και Meta.
Το αρνητικό κλίμα ενισχύθηκε από τα τελευταία στοιχεία για την αμερικανική αγορά, που δείχνουν ότι οι απολύσεις τον Οκτώβριο έφτασαν στο υψηλότερο επίπεδο της δεκαετίας. Το πιο ανησυχητικό σημάδι είναι οι συνεχείς απώλειες του bitcoin, σε ένα γενικότερο κλίμα αποφυγής ρίσκου, που επηρεάζει την αγορά κρυπτονομισμάτων. Η πτώση επιταχύνθηκε την Παρασκευή, μετά από έρευνα του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν που αποκάλυψε ότι το καταναλωτικό κλίμα έχει καταρρεύσει σε σχεδόν ιστορικό χαμηλό, με τον Δείκτη Καταναλωτικού Κλίματος να μειώνεται στις 50,3 μονάδες, κάτω από τις προβλέψεις των 53 μονάδων.
Οι υψηλές αποτιμήσεις παραμένουν πηγή ανησυχίας για τους επαγγελματίες της αγοράς, καθώς τα κέρδη της Palantir για το τρίτο τρίμηνο δεν κατάφεραν να εντυπωσιάσουν τους επενδυτές, παρά το γεγονός ότι ξεπέρασαν τις προσδοκίες. Η μετοχή διαπραγματεύεται με δείκτη τιμής προς κέρδη περίπου 187, που είναι αυξημένος σε σύγκριση με άλλες κορυφαίες μετοχές τεχνολογίας, όπως η Nvidia. Ο διευθύνων σύμβουλος της Goldman Sachs και ο διευθύνων σύμβουλος της Morgan Stanley προειδοποίησαν ότι οι μετοχές θα μπορούσαν να οδεύουν προς διόρθωση, ενισχύοντας τους φόβους ότι η αγορά είναι υπερτιμημένη.
Ωστόσο, οι επενδυτές εκτιμούν ότι οι τρέχουσες πτώσεις προσφέρουν ευκαιρίες αγοράς. Η ομάδα ανάλυσης αγοράς της JPMorgan δήλωσε ότι θα αγοράσει οποιεσδήποτε μετοχές που υποχωρούν τουλάχιστον μέχρι το τέλος του έτους, παραμένοντας αισιόδοξοι για την αγορά λόγω ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης και εταιρικών κερδών. Ο Γκλεν Σμιθ, επικεφαλής επενδύσεων της GDS Wealth Management, δήλωσε ότι οι πτώσεις των μεγάλων τεχνολογικών μετοχών αποτελούν ευκαιρίες για τους επενδυτές.
Στο πλαίσιο της ασθενέστερης αγοράς εργασίας, υπάρχει και μια θετική πλευρά: η εικόνα ενισχύει την πιθανότητα η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ να προχωρήσει σε μειώσεις επιτοκίων. Οι εργοδότες στις ΗΠΑ ανακοίνωσαν πάνω από 153.000 περικοπές θέσεων εργασίας τον περασμένο μήνα, τον χειρότερο απολογισμό για τον Οκτώβριο από το 2003. Οι πιθανότητες για μια ακόμη μείωση του επιτοκίου κατά 25 μονάδες βάσης τον Δεκέμβριο ξεπέρασαν το 70% την Πέμπτη.
Ο δείκτης S&P 500 βρίσκεται σε κρίσιμο επίπεδο, με τις 6.665 μονάδες να αντιπροσωπεύουν τον κινητό μέσο όρο 50 ημερών. Εάν ο δείκτης δεν καταφέρει να βρει στήριξη σε αυτό το επίπεδο, υπάρχει κίνδυνος «βαθύτερης πτώσης». Ωστόσο, άλλοι αναλυτές πιστεύουν ότι η αγορά θα μπορούσε σύντομα να ανακάμψει, με τον Νιούτον της Fundstrat να εκτιμά ότι ο δείκτης θα αρχίσει να ανακάμπτει ήδη από την επόμενη εβδομάδα.