Η Κυβέρνηση σχεδιάζει ένα νέο «ενισχυμένο» στεγαστικό πρόγραμμα, το οποίο στοχεύει στο άνοιγμα κλειστών ακινήτων που ανήκουν σε ιδιώτες και τράπεζες, καθώς και στην αναβάθμιση παλαιών σπιτιών που ιδιοκατοικούνται. Το πρόγραμμα, το οποίο θα ανακοινωθεί πριν το τέλος του έτους, έχει σχεδιαστεί σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και θα δίνει έμφαση κυρίως στην ανακαίνιση κατοικιών, με λιγότερη έμφαση στην ενεργειακή τους αναβάθμιση.
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Νίκος Παπαθανάσης, δήλωσε ότι η διαπραγμάτευση είναι δύσκολη, αλλά αν ολοκληρωθεί όπως σχεδιάζεται, η έναρξη χρήσης των ευρωπαϊκών πόρων αναμένεται τον Μάρτιο του 2026. Πρόκειται για το πρώτο πρόγραμμα στην Ευρώπη που στηρίζει ανακαίνιση μέσω ευρωπαϊκών πόρων.
Βασικά χαρακτηριστικά του νέου προγράμματος περιλαμβάνουν:
- Μερική ενεργειακή αναβάθμιση (20%-30%) και ανακαίνιση (70%-80%) του ακινήτου.
- Έμφαση σε παλαιότερα ακίνητα, κυρίως εκείνα που έχουν κατασκευαστεί τη δεκαετία του ’90 ή και νωρίτερα.
- Όριο στα τετραγωνικά του ακινήτου, με 120 τ.μ. να είναι το πιο ρεαλιστικό όριο, διευρύνοντας τον αριθμό των δικαιούχων και αποκλείοντας πολυτελείς κατοικίες.
- Επιδότηση ανά τ.μ., πιθανόν έως 300 ευρώ/τ.μ., με υψηλότερη επιδότηση για τρίτεκνες και πολύτεκνες οικογένειες, καθώς και για ακίνητα σε περιφέρειες, όπως ορεινές και νησιωτικές περιοχές.
Ο κ. Παπαθανάσης ανέφερε ότι ένα σπίτι 50 τ.μ. μπορεί να λάβει περίπου 15.000 ευρώ, ποσό που μπορεί να καλύψει βασικές εργασίες ανακαίνισης, όπως αλλαγή κουζίνας, μπάνιου και εγκατάσταση ηλιακού θερμοσίφωνα.
Τα εισοδηματικά κριτήρια θα είναι πιο διευρυμένα σε σχέση με το πρόγραμμα «Σπίτι μου 2», χωρίς ηλικιακά κριτήρια. Το πρόγραμμα στοχεύει επίσης στην αποκατάσταση κλειστών ακινήτων, ώστε να γίνουν ξανά κατοικήσιμα είτε για τους ιδιοκτήτες είτε για μακροχρόνια μίσθωση, ενισχύοντας την προσφορά κατοικιών προς ενοικίαση. Για τα ανοιχτά ακίνητα, η δράση αποσκοπεί στην ουσιαστική αναβάθμιση παλαιών κατοικιών, διασφαλίζοντας τη λειτουργικότητά τους και την ενεργειακή τους βελτίωση για πολλά χρόνια.
Ο προϋπολογισμός του προγράμματος εκτιμάται ότι θα πλησιάσει τα 500 εκατ. ευρώ στην πρώτη φάση εφαρμογής του.