Η τάση στην Ευρωζώνη όσον αφορά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) έχει αντιστραφεί, καθώς χώρες με παραδοσιακά χαμηλά ποσοστά ΜΕΔ παρουσιάζουν αυξητική τάση. Αυτό αποδεικνύεται από τα στοιχεία της διαδικασίας SREP του SSM, με τις ελληνικές τράπεζες να κατατάσσονται σε καλά επίπεδα για τα ΜΕΔ και τις κεφαλαιακές απαιτήσεις. Η πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου, Claudia Buch, ανέφερε ότι παρατηρείται πτωτική τάση σε χώρες με προηγουμένως υψηλά επίπεδα ΜΕΔ, ενώ σε ορισμένες χώρες με ιστορικά χαμηλούς δείκτες ΜΕΔ καταγράφεται τώρα μέτρια αύξηση.
Στις χώρες με πτώση των επιπέδων ΜΕΔ περιλαμβάνεται και η Ελλάδα, όπως έχει αναφέρει και στο παρελθόν η «Ν». Σύμφωνα με τα στοιχεία του SSM, η Ελλάδα για το β’ τρίμηνο του 2025 καταγράφει λίγο πάνω από 3% στον δείκτη ΜΕΔ, με καθαρές εκροές 40 μονάδων βάσης.
Γενικότερα για την Ευρωζώνη, η συνολική ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων παραμένει υγιής, παρατήρησε η Claudia Buch. Ο μέσος δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων παρέμεινε σχεδόν σταθερός στο 1,9%, σημαντικά χαμηλότερος από ό,τι την τελευταία δεκαετία. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένα ευάλωτα σημεία, όπως τα ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων για τα εμπορικά ακίνητα, που ανέρχονται σε 4,6%, και για τα δάνεια προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), που ανέρχονται σε 4,9%.
Επιπλέον, το ποσοστό των δανείων σταδίου 2, το οποίο σηματοδοτεί αύξηση του πιστωτικού κινδύνου για τα εξυπηρετούμενα δάνεια, παρουσίασε ανοδική τάση τα τελευταία έτη. Αυτό αφορά και τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες θα πρέπει μέχρι το τέλος του 2026 να προχωρήσουν στην αντικατάσταση των συμβάσεων των δανείων σταδίου 2 με τοκοχρεολυτικές, καθώς και για τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο που είναι ρυθμισμένα ως step up δάνεια.
Όσον αφορά τις κεφαλαιακές απαιτήσεις, η ΕΚΤ προχώρησε σε ελαφριά μείωση των απαιτήσεων, κυρίως του Πυλώνα 2, με τις ελληνικές τράπεζες να παραμένουν σε ασφαλή επίπεδα. Οι ελληνικές τράπεζες περνούν άνετα τα εποπτικά όρια σε όλες τις κατηγορίες. Ο δείκτης CET1, του οποίου το ελάχιστο όριο τίθεται από τον SSM στο 11,2%, μειώθηκε οριακά σε 15,8% τον Ιούνιο του 2025 από 16% τον Δεκέμβριο του 2024, σύμφωνα με την Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος.
Αναφορικά με τις επιμέρους τράπεζες, τα ποσοστά διαμορφώθηκαν ως εξής:
- Εθνική Τράπεζα: 19%
- Alpha Bank: 15,7%
- Eurobank: 15,5%
- Πειραιώς: 14,6%
Όσον αφορά τις απαιτήσεις του Πυλώνα 2 (στο 1,2%), οι απαιτήσεις για τις ελληνικές τράπεζες είναι επίσης σε καλά επίπεδα, πλησιάζοντας μεγάλους ευρωπαϊκούς τραπεζικούς ομίλους, όπως η Banco BPM και η Deutsche Bank. Ειδικότερα, οι απαιτήσεις της Alpha Bank από το 3% έπεσαν στο 2,90% για το 2026, για την Τράπεζα Πειραιώς παραμένει αμετάβλητο το guidance για το 2026 στο 2,90%, για τη Eurobank από 2,85% στο 2,75%, ενώ για την Εθνική Τράπεζα από 2,75% η απαίτηση πέφτει στο 2,50%.