Η μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από μια επιχείρηση ή η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης ενός κτιρίου μπορεί να διευκολύνει τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να αποκτήσουν δάνειο από τις τράπεζες με πιο ευνοϊκούς όρους. Αυτό είναι το κύριο συμπέρασμα της τελευταίας έρευνας για τις τραπεζικές χορηγήσεις (BLS) στην ευρωζώνη.

Όπως προκύπτει από την έρευνα, τα κριτήρια των τραπεζών για την έγκριση δανείων, καθώς και οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησης, επηρεάζονται σημαντικά από τις επιδόσεις των πελατών τους στον τομέα του κλίματος. Από το 2023, το 20% των τραπεζών έχει αναφέρει ότι ο κλιματικός κίνδυνος και τα μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής έχουν ελαφρυντική επίδραση στα πιστωτικά κριτήρια, τους όρους και τις προϋποθέσεις για τις πράσινες επιχειρήσεις και εκείνες που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο. Αντίθετα, ο κλιματικός κίνδυνος έχει οδηγήσει σε αυστηροποίηση των όρων χορήγησης δανείων για επιχειρήσεις με υψηλές εκπομπές, οι οποίες δεν έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο στην πράσινη μετάβαση ή δεν την έχουν ακόμη ξεκινήσει.

Γενικότερα, για την περίοδο 2023-2025, τόσο ο κίνδυνος μετάβασης όσο και ο φυσικός κίνδυνος έχουν οδηγήσει σε αυστηροποίηση των πολιτικών χορήγησης δανείων των τραπεζών προς τις επιχειρήσεις, μια επίδραση που ενδέχεται να ενταθεί στο μέλλον, σύμφωνα με τους ερευνητές της ΕΚΤ.

Όσον αφορά τα νοικοκυριά, οι τράπεζες λαμβάνουν επίσης υπόψη τον κλιματικό κίνδυνο όταν χορηγούν δάνεια για την αγορά κατοικίας. Σύμφωνα με την έρευνα της ΕΚΤ, η υψηλή ενεργειακή απόδοση των κτιρίων έχει οδηγήσει σε χαλάρωση των πιστωτικών κριτηρίων των τραπεζών, ενώ το αντίθετο συμβαίνει για τα κτίρια με χαμηλή ενεργειακή απόδοση. Από την άλλη, ο φυσικός κίνδυνος των ακινήτων φαίνεται να έχει τη μεγαλύτερη επίδραση στην αυστηροποίηση των όρων χορήγησης δανείων από όλους τους παράγοντες σχετικούς με το κλίμα κατά τους τελευταίους 12 μήνες.