Οι μεγαλύτεροι εργοδότες στις Ηνωμένες Πολιτείες στέλνουν ένα νέο, ξεκάθαρο μήνυμα: «Βοήθεια δεν χρειάζεται». Η υιοθέτηση εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ), οι πιέσεις των επενδυτών για αύξηση της παραγωγικότητας και η αβεβαιότητα στο μακροοικονομικό περιβάλλον οδηγούν σε ένα κύμα περικοπών σε θέσεις υψηλής ειδίκευσης, αφήνοντας χιλιάδες έμπειρους και νεοεισερχόμενους υποψηφίους μπροστά σε μια κλειστή πόρτα.

Η Wall Street Journal σε αναλυτικό ρεπορτάζ της εξετάζει τις αλλαγές στην αγορά εργασίας λόγω της τεχνητής νοημοσύνης. Η Amazon ανακοίνωσε νέες μειώσεις 14.000 εταιρικών θέσεων, με σχέδιο που θα μπορούσε να φτάσει έως και το 10% του προσωπικού της. Η UPS έχει ήδη μειώσει το διοικητικό της δυναμικό κατά περίπου 14.000 ρόλους μέσα σε 22 μήνες, ενώ η Target προχωρά σε περικοπές 1.800 θέσεων. Απολύσεις σημειώθηκαν και σε εταιρείες όπως οι Rivian, Molson Coors, Booz Allen Hamilton και General Motors.

Το αποτέλεσμα είναι δεκάδες χιλιάδες νέοι άνεργοι υψηλής ειδίκευσης σε μια αγορά εργασίας που φαίνεται στάσιμη στην πρόσληψη λευκών κολλάρων, παρά την ανάπτυξη του συνολικού ΑΕΠ. Πίσω από αυτές τις αποφάσεις βρίσκεται ένας συνδυασμός παραγόντων: η τεχνητή νοημοσύνη αυτοματοποιεί κομμάτια εργασιών σε διοίκηση, λογιστήριο, ανάλυση δεδομένων και παραγωγή κώδικα. Ένας CEO συμβουλευτικής εταιρείας ανέφερε μείωση 80% στην ομάδα ανάπτυξης λογισμικού, με «διαχειριστές» να επιβλέπουν ομάδες από agents ΤΝ που γράφουν Python.

Η πίεση από τους επενδυτές για «λεπτότερες» οργανωτικές δομές και μειώσεις στο προσωπικό όπου είναι εφικτό, καθώς και η πολιτική αβεβαιότητα, φρενάρουν τις προσλήψεις σε ρόλους συμβούλων και διοίκησης. Μελέτες κεντρικών τραπεζών έχουν δείξει ότι οι καλοπληρωμένες θέσεις που απαιτούν πτυχίο είναι πιο εκτεθειμένες στον αυτοματισμό της ΤΝ σε σχέση με άλλες κατηγορίες.

Στις 05:30, εργαζόμενη σε ομάδα προστασίας περιουσιακών στοιχείων της Whole Foods Market (Amazon) ξυπνά από μήνυμα: «Ελέγξτε άμεσα το email και μείνετε σπίτι». Το badge και το laptop της απενεργοποιούνται, της δίνονται 90 ημέρες για εσωτερική μετακίνηση και τα προσωπικά της αντικείμενα ταχυδρομούνται. Ένας άλλος εργαζόμενος, 33 ετών, πρώην στέλεχος τεχνολογικών πωλήσεων, πούλησε αποταμιεύσεις και περιουσιακά στοιχεία για να καλύψει βασικά έξοδα και κατέληξε σε πωλήσεις αυτοκινήτων με εξοντωτικό ωράριο.

Οι νεοεισερχόμενοι, απόφοιτοι του 2025, καταθέτουν περισσότερες αιτήσεις και λαμβάνουν λιγότερες προσφορές. «Ένιωσα ότι ανέβηκα τη σκάλα και κάποιος την τράβηξε», περιγράφει 23χρονος που τελικά βρήκε θέση στην εξυπηρέτηση πελατών. Σύμφωνα με εταιρείες διαχείρισης ανθρωπίνου δυναμικού, οι εταιρείες με διαθέσιμους προϋπολογισμούς ζητούν υποψηφίους με τέλεια αντιστοίχιση δεξιοτήτων, εργαλείων και εμπειρίας.

Για τα στελέχη άνω των 40 ετών, η τεχνολογία «τρέχει πιο γρήγορα από το skill set» τους, ενώ για τους νεότερους, το entry level συρρικνώνεται. Παράλληλα, η ζήτηση μετατοπίζεται προς τεχνίτες, υγειονομικούς, φιλοξενία και κατασκευές, την ώρα που οι προσλήψεις σε συμβουλευτικές, λιανεμπόριο και χρηματοοικονομικά «παγώνουν». Μόλις 1 στους 5 Αμερικανούς δηλώνει «πολύ» ή «εξαιρετικά» σίγουρος ότι μπορεί να βρει «καλή δουλειά» άμεσα, παρά την εξαιρετικά χαμηλή ανεργία.

Η Chegg ανακοίνωσε περικοπές 388 θέσεων (45% του προσωπικού) καθώς στρέφεται σε αυτοματοποιημένες απαντήσεις μέσω τεχνητής νοημοσύνης. Παρόμοιες κινήσεις σε πολλές εταιρείες δείχνουν ότι η ΑΙ δεν είναι απλώς εργαλείο παραγωγικότητας, αλλά νέος πυρήνας λειτουργίας. Για τους οργανισμούς, το ερώτημα πλέον δεν είναι «αν» μπορούν να λειτουργήσουν με λιγότερους ανθρώπους, αλλά «μέχρι πού» και με ποιες δικλίδες για ποιότητα, συμμόρφωση και εταιρική κουλτούρα.

Για τους εργαζόμενους, η επανειδίκευση σε τομείς όπως η ανάλυση δεδομένων και η χρήση της ΑΙ γίνεται όρος επιβίωσης. Η στρατηγική μετατόπιση είναι προς ρόλους συμπλήρωσης/εποπτείας τεχνητής νοημοσύνης. Η πιο «λεπτή» εταιρική δομή που επιβάλλει η ΤΝ αναδιανέμει την εργασία, αλλά η μετάβαση αυτή προκαλεί πόνο: οι περικοπές στους ρόλους λευκού κολλάρου και ο αυξημένος πήχης προσόντων δημιουργούν ένα κενό που η αγορά δεν έχει ακόμη γεφυρώσει.

Το ζητούμενο για πολιτικές και επιχειρήσεις είναι να επιταχύνουν την επανειδίκευση και να ανοίξουν πραγματικές διαδρομές εισόδου στις νέες θέσεις που δημιουργεί ο αυτοματισμός, προτού η ανασφάλεια γίνει μόνιμο χαρακτηριστικό της αγοράς εργασίας.