Οι τιμές του χαλκού βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, με αναλυτές και traders να πιστεύουν ότι η άνοδος αυτή δεν έχει ολοκληρωθεί. Οι φόβοι για την επιβολή αμερικανικών δασμών, η σημαντική μείωση των φυσικών αποθεμάτων και τα συνεχιζόμενα προβλήματα στην παγκόσμια εξορυκτική παραγωγή δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα, που ωθεί τον «κόκκινο χρυσό» σε επίπεδα που πριν από λίγα χρόνια θεωρούνταν αδιανόητα.

Αναλυτές της Citi εκτιμούν ότι ο χαλκός μπορεί να φτάσει τα 13.000 δολάρια ανά τόνο στις αρχές του 2026, με ένα πιο «επιθετικό» σενάριο να τον φέρνει ακόμη και στα 15.000 δολάρια ανά τόνο το δεύτερο τρίμηνο του επόμενου έτους. Σύμφωνα με την αμερικανική επενδυτική τράπεζα, καθοριστικό ρόλο παίζουν τα διαρθρωτικά ελλείμματα προσφοράς, καθώς και η συνεχιζόμενη «αποθήκευση» χαλκού στις ΗΠΑ λόγω ευκαιριών arbitrage.

Ο CEO της Avatar Commodities, Andrew Glass, δήλωσε στο CNBC ότι το μέταλλο «θα φτάσει στη στρατόσφαιρα», τονίζοντας ότι η φυσική απορρόφηση χαλκού από τις ΗΠΑ περιορίζει δραστικά τη διαθεσιμότητα στην υπόλοιπη αγορά.

Η τελευταία φάση του ράλι δεν οφείλεται μόνο στα θεμελιώδη μεγέθη. Οι ανησυχίες ότι η Ουάσιγκτον μπορεί να επιβάλει δασμούς στις εισαγωγές εξευγενισμένου χαλκού από το 2027 έχουν προκαλέσει κύμα προληπτικών αγορών. Η διαφορά τιμών μεταξύ ΗΠΑ και υπόλοιπου κόσμου δημιουργεί ισχυρά κίνητρα μεταφοράς χαλκού προς την αμερικανική αγορά. Σύμφωνα με στοιχεία της StoneX, οι εισαγωγές εξευγενισμένου χαλκού στις ΗΠΑ έχουν αυξηθεί φέτος κατά περίπου 650.000 τόνους, ανεβάζοντας τα αποθέματα κοντά στους 750.000 τόνους.

Η μαζική κατεύθυνση χαλκού προς τις ΗΠΑ έχει ως αποτέλεσμα τη σύσφιξη της προσφοράς αλλού, ιδιαίτερα στα αποθέματα του London Metal Exchange (LME), που θεωρούνται βαρόμετρο της παγκόσμιας αγοράς. Τα συνολικά αποθέματα στο LME διαμορφώνονται γύρω στους 165.000 τόνους, σχεδόν 40% χαμηλότερα από τις αρχές του έτους, με μεγάλο μέρος τους δεσμευμένο για φυσική παράδοση. Παράλληλα, οι τιμές spot στο LME έφτασαν πρόσφατα τα 11.816 δολάρια ανά τόνο, ενώ τα τρίμηνα συμβόλαια έκλεισαν κοντά στα 11.515 δολάρια, καταγράφοντας άνοδο περίπου 36% από την αρχή του έτους.

Η διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση από την ενεργειακή μετάβαση, τα δίκτυα ηλεκτρισμού και τα data centers της τεχνητής νοημοσύνης, που απαιτούν τεράστιες ποσότητες χαλκού για καλωδιώσεις, μεταφορά ισχύος και ψύξη, δίνει επίσης ώθηση στις τιμές. Την ίδια στιγμή, η προσφορά παραμένει εύθραυστη. Η Deutsche Bank χαρακτηρίζει το 2025 «ιδιαίτερα διαταραγμένο έτος», με αλλεπάλληλες μειώσεις εκτιμήσεων παραγωγής. Σύμφωνα με στοιχεία της γερμανικής τράπεζας, οι αναθεωρήσεις για το 2026 συνεπάγονται περικοπή παραγωγής περίπου 300.000 τόνων.

Οι πιέσεις αποτυπώνονται και στις προβλέψεις των μεγάλων παικτών. Η Glencore μείωσε την εκτίμηση για την παραγωγή χαλκού το 2026, επικαλούμενη χαμηλότερες προμήθειες από το ορυχείο Collahuasi στη Χιλή. Αντίστοιχα, η Rio Tinto προβλέπει πτώση της παραγωγής την επόμενη χρονιά σε σχέση με το 2025. Όπως συνοψίζει η Deutsche Bank, η αγορά χαλκού οδεύει σε σαφές έλλειμμα, με τη μεγαλύτερη στενότητα να αναμένεται στα τέλη του 2025 και στις αρχές του 2026 — περίοδος που πολλοί θεωρούν πιθανό σημείο κορύφωσης των τιμών.