Δεν ζούμε το τέλος της παγκοσμιοποίησης, αλλά σε έναν βαθύτατα κατακερματισμένο κόσμο. Αυτό υποστηρίζει ο Neil Shearing, επικεφαλής οικονομολόγος της Capital Economics, στο βιβλίο του The Fractured Age — ένα από τα πιο σημαντικά βιβλία του 2025, σύμφωνα με τους Financial Times. Σε συνέντευξή του στη Ναυτεμπορική, ο Shearing εξηγεί πού οδηγεί αυτός ο κατακερματισμός, τι επιδιώκουν οι δύο υπερδυνάμεις, ΗΠΑ και Κίνα, γιατί η Ευρώπη μένει πίσω και ποιους κινδύνους — αλλά και ποιες ελπίδες — βλέπει για το 2026.
Κατακερματισμός αντί για αποπαγκοσμιοποίηση
Ο Shearing τονίζει ότι ο κόσμος δεν επιστρέφει στην παγκοσμιοποίηση, αλλά σπάει σε μπλοκ. «Η παγκόσμια οικονομία δεν γυρίζει πίσω στη δεκαετία του 1930. Όμως διαχωρίζεται σε δύο κέντρα βάρους: ένα γύρω από τις ΗΠΑ και ένα γύρω από την Κίνα», εξηγεί. Το 2026 μπορεί να ξεκινήσει με μια πρόσκαιρη αποκλιμάκωση στις σχέσεις Ουάσιγκτον–Πεκίνου, αλλά αυτό δεν συνιστά στρατηγική στροφή. «Μην παραπλανηθείτε από την πιθανή αναθέρμανση των σχέσεων στο πρώτο μισό της χρονιάς. Οι βαθιές εντάσεις που έχουν χτιστεί τα τελευταία 15 χρόνια δεν πρόκειται να εξαφανιστούν».
ΗΠΑ–Κίνα: ήπιοι τόνοι, ίδιες συγκρούσεις
Η σχέση ΗΠΑ–Κίνας θα συνεχίσει να κινείται κυκλικά: περίοδοι ύφεσης και έντασης, χωρίς επιστροφή στο παλιό μοντέλο συνεργασίας. «Οι θεμελιώδεις δυνάμεις που οδηγούν τον κατακερματισμό παραμένουν ισχυρές και εντείνονται κάτω από την επιφάνεια», σημειώνει. Το κρίσιμο ερώτημα αφορά τις υπόλοιπες χώρες που καλούνται να προσαρμοστούν σε αυτό το νέο περιβάλλον — ιδίως την Ευρώπη.
Ευρώπη: Η απουσία πολιτικής βούλησης το μεγάλο πρόβλημα
Ο Neil Shearing αναφέρει ότι το αδιέξοδο της Ευρώπης δεν προκύπτει από άγνοια ή έλλειψη τεχνοκρατικών λύσεων, αλλά από την αδυναμία του πολιτικού συστήματος να τις υλοποιήσει. «Δεν είναι ότι δεν ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε. Το ξέρουμε εδώ και χρόνια», σημειώνει, παραπέμποντας στην έκθεση Ντράγκι, η οποία περιγράφει με ακρίβεια τα διαρθρωτικά προβλήματα της ευρωπαϊκής οικονομίας — από τη χαμηλή παραγωγικότητα έως τη διάβρωση της βιομηχανικής βάσης.
Το πρόβλημα είναι βαθιά πολιτικό. Μετά από περισσότερο από μία δεκαετία αναιμικής ανάπτυξης, η Ευρώπη έχει εισέλθει σε έναν φαύλο κύκλο, όπου η οικονομική στασιμότητα τροφοδοτεί την πολιτική αστάθεια και η πολιτική αστάθεια μπλοκάρει τις μεταρρυθμίσεις. «Βρισκόμαστε 10 με 15 χρόνια μέσα σε μια περίοδο πολύ αδύναμης ανάπτυξης, και αυτό έχει δημιουργήσει πρόσφορο έδαφος για λαϊκιστικές δυνάμεις», τονίζει.
Στο περιβάλλον αυτό, κόμματα και κινήματα υπόσχονται «εύκολες λύσεις σε πολύ δύσκολα προβλήματα», λύσεις που, κατά τον ίδιο, όχι μόνο δεν αντιμετωπίζουν τα βαθύτερα αίτια της στασιμότητας, αλλά καθιστούν ακόμη δυσκολότερη τη λήψη πολιτικά επώδυνων αποφάσεων. Το αποτέλεσμα είναι μια Ευρώπη που γνωρίζει τι πρέπει να κάνει, αλλά αδυνατεί να το πράξει.
Ακόμη και σε χώρες όπως η Γερμανία, όπου υπάρχουν περιθώρια δημοσιονομικής χαλάρωσης ή επανεκκίνησης επενδύσεων, ο αντίκτυπος παραμένει περιορισμένος χωρίς ένα συνεκτικό, μακροπρόθεσμο πολιτικό σχέδιο. Η ανάκαμψη κοντά στο 1% είναι «καλύτερη από το μηδέν», αλλά δεν αλλάζει το συνολικό αφήγημα. «Το ζήτημα δεν είναι οικονομικό. Είναι ζήτημα πολιτικής βούλησης».
AI: Η μεγάλη ελπίδα – αλλά όχι άμεση λύση
Η τεχνητή νοημοσύνη αποτελεί, κατά τον Shearing, τη σημαντικότερη μελλοντική ευκαιρία για την Ευρώπη, χωρίς όμως να προσφέρει άμεσα διέξοδο. «Σχεδόν όλη η διαφορά ανάπτυξης μεταξύ ΗΠΑ και Ευρωζώνης το 2026 εξηγείται από την AI», λέει, προβλέποντας ανάπτυξη 2,5% για τις ΗΠΑ και περίπου 1% για την Ευρωζώνη. Σε βάθος χρόνου, ωστόσο, εμφανίζεται πιο αισιόδοξος: «Η AI μπορεί να ανεβάσει τον ρυθμό ανάπτυξης της Ευρώπης πάνω από τα επίπεδα της τελευταίας δεκαετίας».
«Ναι, βλέπω φούσκα – αλλά..»
Ο Neil Shearing δεν αποφεύγει το ερώτημα των αγορών. «Ναι, πιστεύω ότι βλέπουμε μια φούσκα να φουσκώνει γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη», λέει, κάνοντας παραλληλισμό με τη φούσκα του dot-com. Διευκρινίζει, ωστόσο, ότι πρόκειται για διαφορετικό ζήτημα από τη μακροοικονομική αξία της τεχνολογίας. Όπως εξηγεί, η δημιουργία φούσκας δεν αναιρεί τη μακροπρόθεσμη αξία της τεχνητής νοημοσύνης. «Οι τεχνολογίες γενικής χρήσης έχουν ιστορικά οδηγήσει σε υπερβολές στις αγορές, επειδή οι επενδυτές προσπαθούν να προεξοφλήσουν σήμερα την ανάπτυξη του αύριο», σημειώνει.
Κατά τον ίδιο, η αγορά επιχειρεί να αποτιμήσει τα μελλοντικά κέρδη πριν αυτά αποτυπωθούν στην πραγματική οικονομία, δημιουργώντας έναν κύκλο υπερβολικών προσδοκιών που, αργά ή γρήγορα, διορθώνεται. Όσο για το πότε μπορεί να σκάσει; Αν και δεν αποκλείει ότι θα μπορούσε να γίνει μέσα στο 2026, εκτιμά πως «οι αποτιμήσεις δεν είναι ακόμη τόσο ακραίες όσο σε προηγούμενες φούσκες. Πιθανότατα υπάρχει ακόμη “αέρας” – ίσως μέχρι το 2027».
Ελλάδα: συνεχίζει να υπεραποδίδει
Για την Ελλάδα, ο επικεφαλής οικονομολόγος της Capital Economics εμφανίζεται σαφώς πιο αισιόδοξος. Η εκλογή του Έλληνα υπουργού Οικονομικών στην προεδρία του Eurogroup είναι «εμβληματική της προόδου που έχει συντελεστεί την τελευταία δεκαετία». Η Capital Economics προβλέπει ανάπτυξη κοντά στο 2% για το 2026, πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, με τη μείωση του χρέους, την ανάκαμψη των επενδύσεων και τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης να στηρίζουν το αφήγημα. «Η Ελλάδα θα συνεχίσει να υπεραποδίδει της Ευρωζώνης», καταλήγει.