Ποιες είναι οι αιτίες πίσω από τους στενούς δεσμούς του Αμερικανού προέδρου Τραμπ με τον ηγέτη του Κρεμλίνου, Βλάντιμιρ Πούτιν; Σύμφωνα με την Wall Street Journal, ο πρόεδρος των ΗΠΑ φαίνεται να καθοδηγείται από ένα κίνητρο: «Κάντε χρήματα και όχι πόλεμο», παραφράζοντας το γνωστό αντιπολεμικό σύνθημα της δεκαετίας του '60. Για να κατανοήσει την ιστορία πίσω από τις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης Τραμπ με τη Ρωσία, η Wall Street Journal μίλησε με δεκάδες αξιωματούχους, διπλωμάτες και πρώην και νυν αξιωματικούς πληροφοριών από τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Ευρώπη, καθώς και με Αμερικανούς λομπίστες και επενδυτές που βρίσκονται κοντά στην κυβέρνηση.

Σύμφωνα με την αμερικανική εφημερίδα, «το σχέδιο του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για την Ουκρανία προφανώς περιλαμβάνει εκτενή οικονομική συνεργασία με τη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένης της αποκατάστασης του ρωσικού ενεργειακού εφοδιασμού στην Ευρώπη». Η WSJ επικαλείται σειρά εγγράφων που η κυβέρνηση Τραμπ παρέδωσε στους Ευρωπαίους τις τελευταίες εβδομάδες, τα οποία σκιαγραφούν το όραμα των Αμερικανών για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας και την επιστροφή της Ρωσίας στην παγκόσμια οικονομία.

Για το Κρεμλίνο, στόχος είναι να παρακαμφθεί ο παραδοσιακός μηχανισμός εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ και να πειστεί η κυβέρνηση Τραμπ να θεωρήσει τη Ρωσία όχι ως στρατιωτική απειλή, αλλά ως μια χώρα με άφθονες ευκαιρίες, σύμφωνα με δυτικούς αξιωματούχους ασφαλείας. «Υπογράφοντας συμφωνίες πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων με την Ουάσιγκτον για σπάνιες γαίες και ενέργεια, η Μόσχα θα μπορούσε να αναδιαμορφώσει τον οικονομικό χάρτη της Ευρώπης, ενώ παράλληλα θα δημιουργούσε ρήγμα μεταξύ της Αμερικής και των παραδοσιακών συμμάχων της», αναφέρει η WSJ.

Ένα παράρτημα του αμερικανικού σχεδίου περιλαμβάνει μάλιστα μια πρόχειρη εισήγηση για την έξοδο της ρωσικής οικονομίας από την απομόνωση, μέσω επενδύσεων από αμερικανικές εταιρείες σε στρατηγικούς τομείς, όπως οι σπάνιες γαίες και η κοινή παραγωγή πετρελαίου στην Αρκτική. Ήδη, μερικοί από τους πιο έμπιστους φίλους του Πούτιν, δισεκατομμυριούχοι από την Αγία Πετρούπολη, έχουν στείλει εκπροσώπους για να συναντηθούν κρυφά με αμερικανικές εταιρείες για να διερευνήσουν συμφωνίες για την αποκατάσταση του γιγαντιαίου αγωγού Nord Stream 2 στη Βαλτική, που ανατινάχτηκε από Ουκρανούς σαμποτέρ.

Ο Αμερικανός δισεκατομμυριούχος Στίβεν Λιντς, δωρητής στην προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ, πλήρωσε 600.000 δολάρια φέτος σε έναν λομπίστα κοντά στον Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ, ο οποίος τον βοηθά να πάρει άδεια από το Υπουργείο Οικονομικών για να αγοράσει τον Nord Stream 2 από μια ρωσική κρατική εταιρεία, ώστε να μεταφέρει ξανά το ρωσικό αέριο στην Ευρώπη ως αμερικανικό. Νωρίτερα φέτος, εκπρόσωποι της Exxon Mobil συναντήθηκαν με τη μεγαλύτερη κρατική ενεργειακή εταιρεία της Ρωσίας, τη Rosneft, για να συζητήσουν την από κοινού αξιοποίηση του κοιτάσματος φυσικού αερίου στη Σαχαλίνης, εφόσον η Μόσχα και η Ουάσινγκτον δώσουν το πράσινο φως.

Τα σχέδια των Ηνωμένων Πολιτειών για τη συνεργασία με τη Ρωσία στον ενεργειακό τομέα μετά το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία, συναντούν αντίσταση στην Ευρώπη. Από τη ρωσική εισβολή, η ΕΕ επιδιώκει να μειώσει την ενεργειακή της εξάρτηση από τη Μόσχα και να αποδυναμώσει το πολεμικό σεντούκι του Κρεμλίνου. «Η σύγκρουση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων δεν αφορά πλέον μόνο τα σύνορα, αλλά ολοένα και περισσότερο τα οικονομικά συμφέροντα», τονίζει η αμερικανική εφημερίδα.

Οι Ευρωπαίοι προσπαθούν να «κατασχέσουν» τα παγωμένα ρωσικά κεφάλαια ύψους 210 δισεκατομμυρίων ευρώ σε διάφορες τράπεζες και αποθετήρια στην ΕΕ, για να τα δώσουν στην Ουκρανία ως δάνειο πολεμικών επανορθώσεων. Στο σχέδιο αυτό αντιδρούν οι Αμερικανοί με τις ευλογίες των Ρώσων. «Ο απεσταλμένος του Πούτιν, Κύριλ Ντμίτριεφ, πρότεινε μάλιστα ένα σχέδιο στις αμερικανικές εταιρείες να αξιοποιήσουν τα περίπου 300 δισεκατομμύρια δολάρια των «παγωμένων» περιουσιακών στοιχείων της ρωσικής Κεντρικής Τράπεζας, για κοινά επενδυτικά αμερικανο-ρωσικά έργα για την ανασυγκρότηση της Ουκρανίας υπό την ηγεσία των ΗΠΑ. Αμερικανικές και ρωσικές εταιρείες θα μπορούσαν να συνεργαστούν για να εκμεταλλευτούν τον τεράστιο ορυκτό πλούτο στην Αρκτική», αναφέρει η WSJ.

Το Κρεμλίνο αντέδρασε με ικανοποίηση στο δημοσίευμα της Wall Street Journal. «Η Ρωσία ενδιαφέρεται για ξένες επενδύσεις», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ. Για πολλούς προεδρικούς συμβούλους στον Λευκό Οίκο, αυτή η σύνδεση μεταξύ επιχειρήσεων και γεωπολιτικής είναι μια ευκαιρία για τους Αμερικανούς επενδυτές να εξασφαλίσουν επικερδείς συμφωνίες σε μια νέα μεταπολεμική Ρωσία και να γίνουν οι εμπορικοί εγγυητές της ειρήνης. Αυτή είναι άλλωστε «η Τέχνη της Συμφωνίας» του Τραμπ, που λέει: «Κοιτάξτε, διευθετώ αυτά τα πράγματα και υπάρχουν τεράστια οικονομικά οφέλη αν το κάνω αυτό για την Αμερική, σωστά;»

Ένας ανώνυμος Ευρωπαίος αξιωματούχος συνέκρινε τις προτεινόμενες ενεργειακές συμφωνίες μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ με ένα άλλο διαβόητο ιστορικό γεγονός. «Είναι σαν τη Γιάλτα», είπε. Για την ιστορία, στη Διάσκεψη της Γιάλτας του 1945, οι νικήτριες δυνάμεις του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου – η Σοβιετική Ένωση, η Μεγάλη Βρετανία και οι ΗΠΑ – μοίρασαν τις σφαίρες επιρροής τους στην Ευρώπη.