Η κούρσα για την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία στην τεχνητή νοημοσύνη δεν κρίνεται μόνο στα εργαστήρια ή στους πιο προηγμένους επεξεργαστές, αλλά και στο ποιος έχει πρόσβαση στη μεγαλύτερη ποσότητα και τη φθηνότερη μορφή ενέργειας. Σύμφωνα με αποκλειστικό ρεπορτάζ της Wall Street Journal, αυτό το πλεονέκτημα δίνει στην Κίνα ένα απροσδόκητο «όπλο» σε έναν τεχνολογικό ανταγωνισμό όπου μέχρι σήμερα οι ΗΠΑ φάνταζαν αδιαμφισβήτητες.

Η Κίνα, με την ισχυρότερη υποδομή ηλεκτρικής ενέργειας που έχει κατασκευαστεί ποτέ, κατάφερε μέσα σε μία δεκαετία να αυξήσει την παραγωγή της περισσότερο από όσο ο υπόλοιπος κόσμος συνολικά. Το 2023, παρήγαγε διπλάσια ηλεκτρική ενέργεια από τις ΗΠΑ, προσφέροντας στα εγχώρια data centers τιμές έως και 50% χαμηλότερες από τις αμερικανικές. Ο Λιου Λιεχόνγκ, επικεφαλής της Εθνικής Διοίκησης Δεδομένων, δήλωσε: «Στην Κίνα, η ηλεκτρική ενέργεια είναι το ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα».

Από την Εσωτερική Μογγολία, γεμάτη ανεμογεννήτριες και υποσταθμούς, έως τα υπερσύγχρονα κέντρα δεδομένων στα ανατολικά, η Κίνα επενδύει δεκάδες δισεκατομμύρια για να δημιουργήσει έναν «εθνικό υπέρ-υπολογιστικό ιστό». Το πρόγραμμα «East Data, West Computing», που ξεκίνησε το 2021, στοχεύει να ενώσει εκατοντάδες data centers σε ένα ενιαίο δίκτυο μέχρι το 2028, ουσιαστικά ένα «εθνικό cloud».

Ενώ η κινεζική υποδομή επεκτείνεται, η αμερικανική βιομηχανία τεχνητής νοημοσύνης αντιμετωπίζει ένα εφιαλτικό σενάριο: έλλειμμα 44 γιγαβάτ ισχύος μέσα στα επόμενα τρία χρόνια, όσο δηλαδή η καλοκαιρινή κατανάλωση ολόκληρης της Νέας Υόρκης. Η Microsoft έχει ήδη προειδοποιήσει ότι ανησυχεί πως δεν θα διαθέτει αρκετή ηλεκτρική ισχύ για τα εκατομμύρια νέων chips που προμηθεύεται για AI. Αντίστοιχα, άλλες μεγάλες εταιρείες της Silicon Valley ζητούν από την Ουάσιγκτον να επιταχύνει τις επενδύσεις σε νέα δίκτυα και να περιορίσει τη γραφειοκρατία.

Η OpenAI πλέον μιλά ανοιχτά για ένα U.S.-China “electron gap” – μια «ψαλίδα ηλεκτρόνιων» που απειλεί να γίνει το νέο κριτήριο ισχύος στον παγκόσμιο τεχνολογικό χάρτη.

Η Κίνα, αν και υστερεί έναντι της Nvidia και των αμερικανικών ημιαγωγών, μπορεί να παρακάμψει αυτό το πρόβλημα με έναν δαπανηρό αλλά αποτελεσματικό τρόπο: συνδυάζοντας τεράστιους αριθμούς κινεζικών chips ώστε να προσεγγίσουν την ισχύ των αμερικανικών. Αυτή η λύση είναι ενεργοβόρα – ένα σύστημα της Huawei με 384 chips καταναλώνει τετραπλάσια ενέργεια σε σχέση με τα κορυφαία συστήματα της Nvidia – αλλά η Κίνα μπορεί να το υποστηρίξει λόγω της απαραίτητης ηλεκτρικής υποδομής.

Μέχρι το 2030, η Κίνα προβλέπεται να έχει 400 γιγαβάτ πλεονάζουσας ισχύος, τριπλάσια από τη σημερινή παγκόσμια ζήτηση των data centers. Η χώρα χτίζει 34 πυρηνικούς αντιδραστήρες και σχεδιάζει σχεδόν 200 ακόμη, δημιουργεί το μεγαλύτερο υδροηλεκτρικό έργο στον κόσμο στο Θιβέτ και έχει αναπτύξει δίκτυο υπερυψηλής τάσης που ξεπερνά κάθε άλλο στον κόσμο. Παρά το υψηλό τίμημα, ο κρατικός κολοσσός State Grid έχει δει τα χρέη του να ξεπερνούν τα 450 δισ. δολάρια, αλλά το Πεκίνο θεωρεί την υπεροχή στην ενέργεια στρατηγική επιλογή.

Ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε ότι θα χαλαρώσει κάποιους περιορισμούς στις εξαγωγές Nvidia προς την Κίνα, επιτρέποντας την πώληση των H200, που είναι σημαντικά ισχυρότερα από ό,τι διαθέτουν οι κινεζικές εταιρείες. Παράλληλα, δεσμεύεται για μεγάλη αναβάθμιση της αμερικανικής ενεργειακής υποδομής. Ωστόσο, η κατασκευή δικτύων και σταθμών παραγωγής ενέργειας είναι αργή και συχνά συναντά νομικά ή περιβαλλοντικά εμπόδια. Σε 18 αμερικανικές πολιτείες, πάνω από το 50% της σχεδιαζόμενης ισχύος από ηλιακή ενέργεια κινδυνεύει να μπλοκαριστεί λόγω κανονισμών αδειοδότησης.

Η επόμενη δεκαετία θα κριθεί στην ενεργειακή ισχύ – όχι μόνο στις ιδέες. Η τεχνητή νοημοσύνη είναι μια διαδικασία εξαιρετικά ενεργοβόρα, και το μεγάλο ερώτημα είναι αν η Κίνα θα κατορθώσει να αξιοποιήσει την υπεροχή της στην ηλεκτρική ενέργεια πιο γρήγορα από ό,τι οι ΗΠΑ θα λύσουν τον δικό τους ενεργειακό γρίφο. Στην κούρσα της AI, τα ηλεκτρόνια αποδεικνύονται εξίσου κρίσιμα με τα αλγοριθμικά μοντέλα.