Σήμερα, οι κινήσεις των επενδυτών στη Wall Street είναι συγκρατημένες, καθώς οι ανησυχίες για τις αποτιμήσεις των τεχνολογικών μετοχών, ειδικά αυτών που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη, παραμένουν στο προσκήνιο. Ο δείκτης Dow Jones καταγράφει άνοδο 0,17% και διαπραγματεύεται στις 47.164,89 μονάδες. Αντίθετα, ο S&P 500 υποχωρεί οριακά κατά 0,02% στις 6.770,37 μονάδες, ενώ ο Nasdaq χάνει 0,04% και βρίσκεται στις 23.339,65 μονάδες.
Την Τρίτη, παρατηρήθηκαν μαζικές ρευστοποιήσεις σε εταιρείες που είχαν πρωταγωνιστήσει στο ράλι της τεχνητής νοημοσύνης τους τελευταίους μήνες, όπως η Palantir, η οποία υποχώρησε περίπου 8%. Η αγορά εκτίμησε ότι η αποτίμησή της, που ξεπερνά τις 200 φορές τα εκτιμώμενα κέρδη, έχει φτάσει σε επίπεδα που δύσκολα δικαιολογούνται. Παρόμοιες πιέσεις δέχθηκε και η Advanced Micro Devices (AMD), η οποία, αν και ανακοίνωσε καλύτερα αποτελέσματα γ’ τριμήνου από τις εκτιμήσεις, χάνει σχεδόν 2% σήμερα, καθώς οι προσδοκίες για τα περιθώρια κέρδους δεν ικανοποίησαν τους επενδυτές. Η AMD διαπραγματεύεται περίπου στις 41 φορές τα μελλοντικά κέρδη, σαφώς υψηλότερα από τον μέσο όρο του S&P 500, που είναι στις 23 φορές.
Αρνητική είναι η εικόνα και για άλλες μετοχές του οικοσυστήματος της τεχνητής νοημοσύνης. Η Super Micro Computer σημειώνει πτώση άνω του 7%, καθώς τα αποτελέσματά της απογοήτευσαν την αγορά, ενώ η Arista Networks υποχωρεί κατά περίπου 8% για τον ίδιο λόγο. Πτωτικά κινούνται επίσης οι μετοχές της Nvidia, της Broadcom και της Intel, υποδεικνύοντας ότι η διόρθωση στον τεχνολογικό τομέα έχει εύρος και βάθος.
Παρά τις πιέσεις, η διάθεση για πωλήσεις μετριάζεται, καθώς ορισμένοι επενδυτές θεωρούν τις διορθώσεις ευκαιρία εισόδου, κυρίως σε μετοχές με ισχυρά θεμελιώδη και υψηλή ζήτηση για υποδομές τεχνητής νοημοσύνης. Η αγορά συνεχίζει να πιστεύει ότι η μακροπρόθεσμη τάση γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη παραμένει ανθεκτική, αν και βραχυπρόθεσμα οι αποτιμήσεις βρίσκονται «υπό εξέταση».
Στο μεταξύ, θετικά στοιχεία για την απασχόληση στις ΗΠΑ προσφέρουν μια ελπίδα. Σύμφωνα με την ADP, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις προσέθεσαν 42.000 θέσεις εργασίας τον Οκτώβριο, έναντι εκτίμησης για 22.000. Αυτή η βελτίωση ακολούθησε τη μείωση των 29.000 θέσεων τον Σεπτέμβριο και συμβάλλει στη μερική αποκλιμάκωση των ανησυχιών για ενδεχόμενη επιβράδυνση της αγοράς εργασίας. Η ενίσχυση προήλθε αποκλειστικά από μεγάλες επιχειρήσεις, με περισσότερους από 250 εργαζομένους, καθώς οι μικρότερες εταιρείες κατέγραψαν καθαρές απώλειες.
Ωστόσο, το περιβάλλον παραμένει εύθραυστο. Η αγορά συνεχίζει να συζητά τις προειδοποιήσεις των CEOs της Goldman Sachs και της Morgan Stanley ότι δεν αποκλείεται μια διόρθωση της τάξης του 10-20% εντός των επόμενων 12 μηνών, λόγω των υψηλών αποτιμήσεων. Ο S&P 500 διαπραγματεύεται πλέον περίπου στις 23,3 φορές τα αναμενόμενα κέρδη, στο υψηλότερο επίπεδο από τις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Στο ευρύτερο μακροοικονομικό πλαίσιο, η παρατεταμένη διακοπή στη δημοσίευση επίσημων οικονομικών στοιχείων λόγω του shutdown της ομοσπονδιακής κυβέρνησης έχει αναγκάσει τους επενδυτές και τη Federal Reserve να βασίζονται περισσότερο σε ιδιωτικές πηγές δεδομένων. Αυτό το «θολό τοπίο» έχει προκαλέσει διαφορετικές ερμηνείες μεταξύ των αξιωματούχων της Fed σχετικά με τον ρυθμό των μελλοντικών μειώσεων στα επιτόκια.
Στο επίκεντρο βρίσκεται επίσης η σημερινή ακρόαση στο Ανώτατο Δικαστήριο σχετικά με το αν ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, είχε την εξουσία να επιβάλει τους δασμούς βάσει του νόμου περί Διεθνών Οικονομικών Εξουσιών Έκτακτης Ανάγκης. Η απόφαση, όταν εκδοθεί, ενδέχεται να επηρεάσει το μελλοντικό πλαίσιο εμπορικής πολιτικής.